Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας
Στην νοτιοανατολική πλευρά της αθωνικής χερσονήσου, στο πλάτωμα ενός λόφου, σε υψόμετρο 160 μέτρων, είναι χτισμένη η Ιερά Μονή της Μεγίστης Λαύρας. Στην τοποθεσία αυτή υπήρχε στην αρχαιότητα, η πελασγική πόλη με το όνομα «Ακρόθωοι».
Η Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας βρίσκεται στην 1η θέση της ιεραρχικής τάξης των 20 μοναστηριών του Αγίου Όρους και είναι η αρχαιότερη από αυτές μετρώντας πάνω από 1000 χρόνια ιστορίας.
Η μονή είναι επίσης και η μεγαλύτερη σε γεωγραφική έκταση, αγγίζοντας τα 72000 στρέμματα. Οι προσκυνητές μπορούν να έχουν πρόσβαση στο μοναστήρι είτε με καραβάκι από την Ιερισσό, καιρού επιτρέποντος, είτε οδικώς από τις Καρυές.
Η μονή πανηγυρίζει στις 5 Ιουλίου, που είναι και η ημέρα κοιμήσεως του θεμελιωτή της, δηλαδή του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη.
Στην Μεγίστη Λαύρα ανήκουν οι τρεις διάσημες σκήτες της Αγίας Άννας, του Τιμίου Προδρόμου και των Καυσοκαλυβίων, όπως επίσης και πολλά άλλα Καθίσματα, Κελιά και Ησυχαστήρια.
Η ίδρυση της Λαύρας σηματοδοτεί την έναρξη του οργανωμένου κοινοβιακού μοναχισμού στο Άγιο Όρος, κάτι που για τότε ήταν επαναστατικό και ερχόταν σε αντίθεση με τον μέχρι τότε ορθόδοξο μοναστικό βίο.
Η προσφορά της Μεγίστης Λαύρας στην Ορθοδοξία είναι ανεκτίμητη καθώς σε αυτήν εγκαταβίωσαν σχεδόν 60 από τους Άγιους Πατέρες της εκκλησίας μας. Το μοναστικό δυναμικό της μονής σήμερα κυμαίνεται περίπου στα 330 άτομα και ηγούμενός της είναι ο Αρχιμανδρίτης Πρόδρομος.
Η Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας ιδρύθηκε το 963 μ.Χ. από τον Άγιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη. Ο Άγιος Αθανάσιος ήταν αρχικά μοναχός στην Μονή Κυμινά στον Όλυμπο Βιθυνίας στην Μικρά Ασία.
Εκεί θα συνάψει μεγάλη φιλία με τον στρατηγό και μετέπειτα αυτοκράτορα Νικηφόρο Φωκά, φιλία που θα αποβεί καθοριστική για την πορεία της ορθόδοξης αγιορείτικης κοινότητας.
Ο Άγιος Αθανάσιος αποφάσισε να εγκαταλείψει αθόρυβα την Μονή Κυμινά, και να μεταβεί στον Άθω, για να ασκητέψει μόνος του και με άγνωστη ταυτότητα.
Ο Νικηφόρος θα καταφέρει να τον εντοπίσει και θα του ανακοινώσει την βαθειά του επιθυμία να μονάσει και ο ίδιος στο Άγιο Όρος. Μάλιστα του διαβεβαίωσε την αμέριστη υλική υποστήριξή του, ώστε να ιδρύσει το κατάλληλο κοινόβιο που οραματίστηκε.
Έτσι το 961 ο Άγιος Αθανάσιος θα ξεκινήσει την κοπιαστική ανέγερση του μοναστηριού της Λαύρας.
Το 963 είναι η χρονιά της επίσημης ίδρυσης της μονής αλλά και η χρονιά που ο Νικηφόρος Φωκάς θα στεφθεί αυτοκράτορας. Πολλοί θα σπεύσουν να επανδρώσουν το νέο μοναστήρι, το οποίο επιχορηγεί ο ίδιος ο αυτοκράτορας, και σύντομα συμμοναστής τους.
Η μονή θα αναπτυχθεί και θα οργανωθεί με γοργούς ρυθμούς και θα αποκτήσει πολλά μετόχια και αφιερώματα χάρη στις χρηματοδοτήσεις του αυτοκράτορα Νικηφόρου αλλά και του διαδόχου του Ιωάννη Τσιμισκή.
Ο Άγιος Αθανάσιος είχε αρχικά χτίσει το μοναστήρι για 80 μοναχούς, σύντομα όμως το πλήθος τους ξεπέρασε αυτόν τον αριθμό, με αποκορύφωμα τον 11ο αιώνα η μονή να μετρά πάνω από 700 μοναχούς.
Έτσι στην Μεγίστη Λαύρα εδραιώθηκε ένα νέο σύστημα μοναστικού βίου πιο οργανωμένο, κοινοβιακό και πειθαρχημένο σε σχέση με τον μέχρι τότε ερημιτικό και σπηλαιώδη τρόπο ασκητισμού.
Η αλλαγή αυτή προκάλεσε διαμαρτυρίες και αναταράξεις στην αθωνική κοινότητα οι οποίες έλαβαν τέλος με την επίσημη κατοχύρωση του νέου συστήματος από τον Ιωάννη Τσιμισκή, ο οποίος υπέγραψε ένα σχετικό ιδρυτικό έγγραφο με το γνωστό όνομα «Τράγος».
Ο Άγιος Αθανάσιος θεωρείται για πολλούς ο σοφός αναμορφωτής του αγιορείτικου μοναχισμού, χάρη στον οποίο η Αθωνική Μοναστική Πολιτεία έχει την σημερινή της μορφή.
Δυστυχώς ο Νικηφόρος Φωκάς πέθανε στον θρόνο το 969 πριν προλάβει να αποσυρθεί και να εκπληρώσει το όνειρό του να μονάσει στον Άθω.
Στους επόμενους αιώνες η μονή βρέθηκε σε περίοδο ακμής μέχρι και τον 14ο αιώνα, πολλαπλασιάζοντας τα κτήματά της, και τα πλούτη της.
Εκτός όμως από τις μέρες δόξας, η Λαύρα στην χιλιετή πορεία της πέρασε και περιόδους παρακμής, με αποκορύφωμα τον 17ο αιώνα να φτάσει να αριθμεί ελάχιστους μοναχούς.
Δοκιμάστηκε από πειρατικές επιδρομές, σταυροφορίες, σεισμούς, αλλά και από την πολύ υψηλή φορολογία την περίοδο της τουρκοκρατίας.
Φορολογία την οποία επωμίστηκαν συνολικά η Λαύρα μαζί με την Μονή Ιβήρων και την Μονή Βατοπεδίου. Το 1963 έγινε μεγάλος εορτασμός στο Άγιο Όρος για την Χιλιετηρίδα της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας
Το Καθολικό της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας είναι ένας εμβληματικός ναός, κτισμένος σχεδόν στο κέντρο του περιβόλου της μονής, αποτελώντας χαρακτηριστικό δείγμα βυζαντινής εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής.
Ο Άγιος Αθανάσιος έχτισε το Καθολικό περί το έτος 1000, λίγο πριν πεθάνει, και το αφιέρωσε στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου.
Ωστόσο, ίσως από τον 15ο αιώνα και μετά, ο ναός αυτός τιμάται μεγαλοπρεπώς κάθε χρόνο στις 5 Ιουλίου στην μνήμη του ιδρυτή της μονής. Το Καθολικό της Λαύρας είναι το πρώτο που κατασκευάστηκε στο Άγιο Όρος και λειτούργησε ως υπόδειγμα στο οποίο βασίστηκε η κατασκευή των υπόλοιπων Καθολικών.
Οι τοιχογραφίες του έγιναν το 1535 από τον διάσημο Κρητικό ζωγράφο Θεοφάνη Στρελίτζα. Στον ίδιο ζωγράφο αποδίδονται και οι τοιχογραφίες της τράπεζας στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και αρχαίοι φιλόσοφοι. Η φιάλη της Μεγίστης Λαύρας κατασκευάστηκε το 1060, τοιχογραφήθηκε το 1635 και είναι η μεγαλύτερη στο Άγιο Όρος.
Δίπλα στην φιάλη δεσπόζει το κυπαρίσσι του Αγίου Αθανάσιου το οποίο λέγεται ότι το φύτεψε ο ίδιος του, οπότε η ηλικία του ξεπερνάει τα 1000 χρόνια.
Στον περίβολο της μονής βρίσκονται 12 παρεκκλήσια, και άλλα 19 βρίσκονται εκτός μοναστηριού. Στα δεξιά του Καθολικού υπάρχει το παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου, στο οποίο διασώζεται το μοναδικό ενυπόγραφο έργο του ζωγράφου Φράγκου Κατελάνου από το 1560.
Στα αριστερά του Καθολικού δεσπόζει το παρεκκλήσι των 40 Μαρτύρων στο οποίο βρίσκεται ο τάφος του Αγίου Αθανασίου με το λείψανό του. Ένα ακόμη σημαντικό παρεκκλήσι είναι αυτό της Παναγίας της «Κουκουζέλισσας», με την ομώνυμη θαυματουργή εικόνα.
Τα κειμήλια που έχει συλλέξει η Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας μέσα σε 1000 χρόνια ιστορίας είναι αναρίθμητα. Ανάμεσα σε αυτά είναι το σιδερένιο Ραβδί και ο σιδερένιος Σταυρός του Αγίου Αθανασίου. Ο Σταυρός αυτός ζυγίζει 3,5 κιλά και ο Άγιος Αθανάσιος τον είχε πάντα πάνω του στις ακολουθίες.
Επίσης ξεχωρίζουν το Στέμμα του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά, αλλά και ο λεγόμενος Σάκος του, δηλαδή ένα αυτοκρατορικό του ένδυμα. Ακόμη υπάρχει ως δώρο από τον ίδιο αυτοκράτορα ένα χειρόγραφο Ευαγγέλιο με χρυσό κάλυμμα, όπως επίσης κομμάτι από το τίμιο ξύλο, άμφια, ιερά σκεύη και άλλα πολλά.
Στους θησαυρούς της μονής συμπεριλαμβάνονται τα ιερά λείψανα του Αγίου Αθανασίου τα οποία βρίσκονται σε μαρμάρινη λάρνακα στο παρεκκλήσι των 40 Μαρτύρων. Ο επισκέπτης μπορεί επίσης να προσκυνήσει τις κάρες των εξής αγίων: του Μέγα Βασίλειου, του Αλέξανδρου του εν Πύδνη, του Μιχαήλ Συνάδων και του Ευστρατίου.
Η Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας έχει στο Εικονφυλάκιό της πάνω από 2500 φορητές εικόνες. Κάποιες από αυτές είναι από την Βυζαντινή περίοδο, και φυσικά πολλές από αυτές είναι από 17ο, 18ο, και 19ο αιώνα. Εδώ φυλάσσονται και αρκετές θαυματουργές εικόνες της Παναγίας.
Μία από αυτές είναι η Παναγίας της «Κουκουζέλισσας» η οποία σχετίζεται με τον Όσιο Ιωάννη και σήμερα είναι τοποθετημένη μέσα στο ομώνυμο παρεκκλήσι της μονής. Στο παρεκκλήσι των 40 Μαρτύρων υπάρχει η εικόνα της Παναγίας της «Οικονόμισσας». Δύο ακόμα θαυματουργές εικόνες της Παναγίας είναι αυτή της «Ελαιοβρύτις» αλλά και η Παναγία η «Κτιτόρισσα».
Η βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας είναι η πλουσιότερη του Αγίου Όρους και έχει μία από τις μεγαλύτερες συλλογές χειρογράφων παγκοσμίως. Εδώ φυλάσσονται 3000 χειρόγραφοι κώδικες από τους οποίους οι 700 είναι από περγαμηνή, 50 ειλητάρια από μεμβράνη, 200 αυτοκρατορικά Χρυσόβουλα, εικονογραφημένα χειρόγραφα και άλλα.
Όσο για τα έντυπα έγγραφα, σώζονται 22 του 16ου αιώνα, 20000 του 17ου και 18ου αιώνα, και πάνω από 100000 του 20ου αιώνα. Μάλιστα το 1759 στην Μεγίστη Λαύρα λειτούργησε το πρώτο τυπογραφικό εργαστήριο, όχι μόνο του Αγίου Όρους, αλλά και του ελλαδικού χώρου.
Σχετικά με τα αγιορείτικα μοναστηριακά προϊόντα, η Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας, φημίζεται για την μακραίωνη οινική της παράδοση. Στο Άγιο Όρος το κρασί ήταν ανέκαθεν ένα αγαθό πρώτης ανάγκης, όχι μόνο γιατί ήταν απαραίτητο για το νάμα της Θείας Κοινωνίας, αλλά και γιατί ήταν ένα βασικό ανταλλάξιμο προϊόν.
Η ιστορία της παραγωγής κρασιού στο μοναστήρι ξεκινά το 973, όταν ιδρύθηκε το τότε Μετόχι του Μυλοπόταμου, το οποίο χρησιμοποιήθηκε για αμπελοκαλλιέργεια και παραγωγή κρασιού, ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες της μονής.
Έκτοτε οι αμπελουργικές δραστηριότητες στον Μυλοπόταμο μετρούν χίλια χρόνια ιστορίας με εναλλαγές περιόδων ακμής και παρακμής. Μετά το 1900 το ιστορικό Λαυριωτικό Μετόχι σταδιακά παρήκμασε. Την σύγχρονη αναβίωσή του ανέλαβε ο γέροντας Επιφάνειος όταν το 1992 του παραχωρήθηκε επίσημα το Κάθισμα του Μυλοπόταμου.
Τότε ο γέροντας Επιφάνειος ξεκίνησε την αναστήλωση του ερειπωμένου κτιρίου αλλά και την ανοικοδόμηση νέου οινοποιείου. Σήμερα στον Μυλοπόταμο ευδοκιμεί ένας αμπελώνας 50 στρεμμάτων στον οποίο παράγεται εξαιρετικής ποιότητας κρασί Αγίου Όρους.
Στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας παράγονται πολλά ακόμη είδη μοναστηριακών προϊόντων σε πολλά από τα εξαρτήματά της. Για παράδειγμα στα ησυχαστήρια των Κατουνακίων οι μοναχοί δραστηριοποιούνται στην ξυλογλυπτική, στην αγιογραφία και άλλα. Επίσης στην Σκήτη της Αγίας Άννας παράγονται παραδοσιακά αγιορείτικα προϊόντα, όπως μελισσοκέρια, κεραλοιφές, μοσχοθυμιάματα και πολλά ακόμη.