Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου - Άγιον Όρος
Περπατώντας στο ανηφορικό μονοπάτι που συνδέει τις Καρυές με την Μονή Ιβήρων, φτάνουμε στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου η οποία εκτείνεται σε μία κατάφυτη κοιλάδα, περιτριγυρισμένη από βουνοπλαγιές στο κέντρο της Αθωνικής χερσονήσου.
Η Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου πανηγυρίζει στις 6 Αυγούστου, στην Μεταμόρφωση του Σωτήρος και κατέχει την 6η θέση στην σειρά ιεραρχίας των είκοσι μονών του Αγίου Όρους, μετά την Ιερά Μονή Οσίου Διονυσίου.
Στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου υπάγεται η Σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος, όπως και άλλα 30 εξαρτήματα, ανάμεσα στα οποία το κελί του Τιμίου Προδρόμου, όπου μόνασε ο διάσημος αγιογράφος του 18ου αιώνα, ο Διονύσιος από τον Φουρνά.
Η Σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος έγινε γνωστή σε Ελλάδα και εξωτερικό γιατί εδώ κοντά ασκήτευσε ο Όσιος Παΐσιος στα τελευταία χρόνια της ζωής του, στο ιερό κελί Παναγούδα.
Όπως όλα τα μοναστήρια του Αγίου Όρους, η Μονή Κουτλουμουσίου λειτουργεί σήμερα με κοινοβιακό σύστημα.
Ηγούμενος της μονής από το 2020 είναι ο Γέροντας Νικόλαος, ο οποίος αντικατέστησε τον Αρχιμανδρίτης Χριστόδουλο που παραιτήθηκε για λόγους υγείας.
Η επιστημονική κοινότητα έχει εκφράσει πολλές διαφορετικές απόψεις για την ίδρυση της Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου και για την προέλευση του ονόματός της, έτσι δεν είναι γνωστή η ακριβής χρονική περίοδος στην οποία ιδρύθηκε.
Η παλαιότερη αναφορά στην μονή γίνεται μέσω ενός εγγράφου της Μονής Αγίου Παντελεήμονος, του 1169, στο οποίο σώζεται η υπογραφή του Κουτλουμουσιανού Ηγούμενου «Ησαΐα», ανάμεσα στις υπογραφές άλλων 28 εκπροσώπων αγιορείτικων μοναστηριών.
Άρα η ίδρυση της Μονής Κουτλουμουσίου τοποθετείται χρονικά πολύ πριν το 1169. Σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή ιδρυτής της μονής υπήρξε κατά τον 11ο αιώνα ένας από τους γιους της Μικρασιατικής δυναστείας των Σελτζουκιδών, ο Κουτλουμούς, ο οποίος και εκχριστιανίστηκε.
Η Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου είχε παρόμοια μοίρα με τα υπόλοιπα μοναστήρια του Αγίου Όρους, περνώντας πολλές δοκιμασίες μέσα στους αιώνες.
Στα τέλη του 13ου αιώνα υπέστη βίαιους διωγμούς από Ενωτικούς που ήθελαν να επιβάλουν την ένωση της ορθόδοξης εκκλησίας με την καθολική. Στις αρχές του 14ου αιώνα λεηλατήθηκε από πειρατικές επιδρομές Φράγκων και Καταλανών. Έπειτα ακολούθησε η Οθωμανική δουλεία και μία σειρά από φυσικές καταστροφές όπως πυρκαγιές και άλλα.
Η περίοδος ακμής του μοναστηριού ήρθε στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα όταν ο δραστήριος μοναχός Χαρίτων από την Ίμβρο έγινε ηγούμενος. Ο Χαρίτων ταξίδεψε στις παραδουνάβιες χώρες με σκοπό να ζητήσει από τους ηγεμόνες οικονομική ενίσχυση.
Ο Ρουμάνος ηγεμόνας Ιωάννης Βλαδισλάβος υπήρξε ένας από τους πιο γενναιόδωρους ευεργέτες που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα βοήθειας και ανέλαβε σχεδόν όλες τις δαπάνες ανοικοδόμησης της μονής.
Εκείνη την περίοδο η Μονή Κουτλουμουσίου θα γίνει τόπος άσκησης Ρουμάνων πιστών και θα αναπτυχθούν ισχυροί δεσμοί ορθοδοξίας μεταξύ Ελλήνων και Ρουμάνων, χωρίς να χάσουν οι
Έλληνες τα προνόμιά τους. Το 1393 που η μονή βρισκόταν ακόμη σε ακμή και άρχισε να αποκτά φήμη ο πατριάρχης Αντώνιος την ανακήρυξε σε «Πατριαρχική», επικυρώνοντας την ανεξαρτησία της από πολιτικές ή τοπικές εκκλησιαστικές αρχές.
Η ακμή συνεχίστηκε και στις αρχές του 15ου αιώνα, όταν θα μονάσει σε αυτήν μεγάλος αριθμός μοναχών, σε βαθμό να μην επαρκούν οι κτιριακές εγκαταστάσεις.
Το 1428 ο Πατριάρχης Ιωσήφ Β΄ με πατριαρχικό σιγίλλιο παραχώρησε στη Μονή Κουτλουμουσίου την γειτονική ερημωμένη Μονή του Αλυπίου ώστε να διοχετευτούν οι πλεονάζοντες μοναχοί.
Φρένο στην ακμή ήρθε να βάλει η μεγάλη πυρκαγιά του 1497, η οποία κατέστρεψε μεγάλο μέρος του μοναστηριού, αλλά και η τουρκοκρατία με την μεγάλη φορολογία.
Η Μονή Κουτλουμουσίου θα αναγεννηθεί και πάλι τον 18ο αιώνα όταν θα μονάσει σε αυτήν ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Ματθαίος Γ΄ και θα δωρίσει στο μοναστήρι την προσωπική του περιουσία.
Το 1842 η Αθωνιάδα Σχολή εγκαταστάθηκε στο Κουτλουμουσιανό κελί του Τιμίου Προδρόμου και το 1844 ξεκίνησε η ανέγερση της Νέας Αθωνιάδας στις Καρυές σε ιδιοκτησία της Μονής Κουτλουμουσίου και παρέμεινε εκεί μέχρι το 1930.
Στις 13 Ιανουαρίου του 2015 ο Όσιος Παΐσιος, προστέθηκε στο αγιολόγιο της ορθόδοξης εκκλησίας μας και έκτοτε η Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου πανηγυρίζει κάθε χρόνο την μνήμη του, μια και ο Όσιος Παΐσιος τα τελευταία 15 χρόνια της ζωής του ασκήτεψε στο κελί Παναγούδα της μονής.
Η Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου δοκιμάστηκε από πολλές καταστροφικές πυρκαγιές μέσα στους αιώνες, καθώς και από πολλές εδαφικές καθιζήσεις, γι’ αυτό και τα κτίσματά της είναι αποτέλεσμα διαδοχικών ανακαινίσεων.
Το Καθολικό της μονής είναι αφιερωμένο στην Μεταμόρφωση του Σωτήρος και χτίστηκε στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα. Τοιχογραφήθηκε έναν αιώνα αργότερα, το 1540, επί ηγουμενίας Μαξίμου, από άγνωστο ζωγράφο που ανήκε στην Κρητική Σχολή.
Στον νάρθηκα σώζονται τοιχογραφίες του 1744. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο του Καθολικού είναι έργο από τις αρχές του 19ου αιώνα και είναι ένα από τα ωραιότερα του Αγίου Όρους.
Η Φιάλη όπου γίνεται ο αγιασμός των υδάτων είναι μαρμάρινη, με μολυβδοσκέπαστο θόλο και είναι έργο του 1813. Η Τράπεζα χτίσθηκε το 1770 από τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Ματθαίο Γ΄ στην θέση μιας παλαιότερης πτέρυγας που είχε καταστραφεί από την φωτιά του 1767.
Η Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου έχει δέκα Παρεκκλήσια ανάμεσα σε αυτά το παρεκκλήσι της «Φοβεράς Προστασίας», με την ομώνυμη θαυματουργό εικόνα, που κτίσθηκε το 1733.
Στο σκευοφυλάκιο της Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου φυλάσσονται πολυάριθμα πολύτιμα αντικείμενα ανάμεσα σε αυτά 90 λειτουργικά και ιερατικά χρυσοκέντητα άμφια, ιερά σκεύη, ευαγγέλια, σταυροί αγιασμού, ευλογίας και λιτανείας, δισκοπότηρα, λειψανοθήκες αγίων, εγκόλπια και άλλα.
Στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου ο επισκέπτης μπορεί να προσκυνήσει πολλά Ιερά Λείψανα όπως το αριστερό πόδι της Θεομήτορος Άννης, το αριστερό χέρι του Γρηγορίου του Θεολόγου και το σαγόνι του Αγίου Χαραλάμπους.
Εδώ φυλάσσονται επίσης τρεις σπόνδυλοι του Αγίου Γερασίμου του Οσιομάρτυρα (1812), αλλά και μέρος των λειψάνων του Αγίου Παντελεήμονος.
Οι περισσότερες από τις εκατοντάδες φορητές εικόνες της Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου φυλάσσονται στο Εικονοφυλάκιο, το οποίο στεγάζεται στον Πύργο του μοναστηριού.
Υπάρχουν εικόνες από πολλές ιστορικές περιόδους, ανάμεσά τους η εικόνα του Αγίου Νικολάου από τον 14ο αιώνα και η εικόνα της Παναγίας της «Στυλαρινής» ή «Γιάτρισσας» επίσης 14ου αιώνα.
Από τις πιο πολύτιμες εικόνες του μοναστηριού είναι η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας με το προσωνύμιο «Φοβερά Προστασία», η οποία είναι φιλοτεχνημένη τον 13ο ή 14ο αιώνα και απεικονίζει την Θεοτόκο αριστεροκρατούσα με τον Χριστό να κρατάει το δεξί της χέρι με τα δύο Του χέρια.
Η εικόνα ήρθε στο Άγιο Όρος μάλλον από την Κρήτη καθώς λέγεται ότι ήταν το μόνο αντικείμενο που σώθηκε από μια φοβερή πυρκαγιά, η οποία κατέστρεψε ολοκληρωτικά, ένα μετόχι της Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου στην Κρήτη.
Την Τρίτη της Διακαινησίμου, ημέρα πανηγυρικού εορτασμού της «Φοβερά Προστασίας», η εικόνα λιτανεύεται από την Μονή Κουτλουμουσίου μέχρι τις Καρυές όπου και την υποδέχεται πανηγυρικά ο Ναός του Πρωτάτου, ανταποδίδοντας την επίσκεψη της θαυματουργής εικόνας του «Άξιον Εστί» που έχει γίνει την προηγούμενη ημέρα στην Μονή Κουτλουμουσίου.
Η βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου στεγάζεται στην βόρεια πτέρυγα του μοναστηριού. Το αρχείο της μονής είναι αποτέλεσμα της συγχώνευσης των αρχείων δύο μοναστηριών, του Κουτλουμουσίου και του Αλυπίου.
Το αρχείο αποτελείται από 134 έγγραφα, μεταξύ των οποίων αυτοκρατορικά χρυσόβουλλα, πατριαρχικά σιγίλλια και σουλτανικά φιρμάνια του 15ου αιώνα.
Τον 16ο αιώνα γράφτηκαν αξιόλογα χειρόγραφα στην Μονή Κουτλουμουσίου, καθώς εδώ λειτούργησε ένα από τα βιβλιογραφικά εργαστήρια του Αγίου Όρους.
Εδώ φυλάσσονται 950 χειρόγραφοι κώδικες, με τον αρχαιότερο από αυτούς να είναι του 9ου αιώνα και τους 95 από αυτούς να είναι περγαμηνοί. Η συλλογή των χειρογράφων περιλαμβάνει και 98 μουσικούς κώδικες, γραμμένους με ευκρίνεια και κομψότητα.
Πολύ σπουδαίες από πλευράς εικονογράφησης είναι οι 24 λαϊκές παραστάσεις από τον βίο του Ιωσήφ του 16ου αιώνα. Η συλλογή των εντύπων της μονής περιλαμβάνει περίπου 5.200 βιβλία που χρονολογούνται από το 1500 και εντεύθεν.
Από αυτά τα 3500 είναι παλαίτυπα, δηλαδή έχουν εκτυπωθεί τον 16ο αιώνα. Εκτός από τα ελληνικά υπάρχουν και βιβλία στα λατινικά, ρουμανικά, γαλλικά και σλαβονικά.