Οσία Θεοδώρα Αλεξάνδρειας

Βιογραφία
Ητο από ᾿Αλεξάνδρεια εις χρόνους βασιλέως Ζήνωνος (472 μ.Χ.) σύζυγος ευσεβούς ανδρός. ᾿Επειδή έπεσε εις μοιχεία, μετενόησε, εφόρεσε ανδρικά ρούχα και επήγε εις ανδρικό μοναστήρι και έγινε μοναχός ωνομάσθη Θεόδωρος. ῾Ο άνδρας της προσευχόταν εις Θεόν να μάθη περί αυτής. Του απεκαλύφθη να υπάγη εις το τάδε σημείον διά να ιδή την γυναίκα του. ῾Η Θεοδώρα (ως μοναχός) μετέφερε λάδι της μονής με καμήλες, όταν είδε τον άνδρα της, εγνώρισε αυτόν, εκείνος όμως όχι, τον εχαιρέτησε απλώς διά λόγου και επροχώρησε. ῾Ο άνδρας της προσευχόμενος και παραπονούμενος διότι δεν είδε την γυναίκα του, άκουσε από τον άγγελον ότι ο μοναχός εκείνος που συνήντησες ήτο η γυναίκα σου, και ειρήνευσε.
Πλησίον εις μονή ήτο λίμνη και ένας κροκόδειλος, ουδείς επερνούσε διότι είχε κατασπαράξη ανθρώπους και ζώα. ῾Ο ηγούμενος έστειλε τον Θεόδωρον (τήν Θεοδώρα) να φέρη ύδωρ από την λίμνη. -᾿Επήγε και οι μοναχοί είδον ένα φοβερόν θέαμα! ῾Ο κροκόδειλος να μεταφέρη τον Θεόδωρον εις την ράχι του, εις το μέσον της λίμνης- όπου εγέμισε το αγγείο με ύδωρ- και να βγαίνη εις την ξηρά, εκεί σταυρώσας το θηρίον η αγία το εθανάτωσε. Μετά 2 έτη εσυκοφαντήθη ότι επόρνευσε μία γυναίκα και έφεραν το βρέφος εις τη μονή ότι είναι δικό της. ῾Η αγία εδέχθη το όνειδος αυτό, επήρε το μικρό και εις ένα κελλίο έξω της μονής επί 7 έτη το ανέθρεψε, έγινε μοναχός καί ηγούμενος της μονής. ῞Οταν εκοιμήθη η αγία, είδε όραμα ο ηγούμενος μία ωραιοτάτη νυφική κλίνη και φωνή να λέγη ότι είναι της Θεοδώρας, χορούς Προφητών,
Αποστόλων, μαρτύρων και εν μέσω αυτών δύο αγγέλους να οδηγούν μία γυναίκα με δόξα, λέγοντες· «Ούτος είναι ο αββάς Θεόδωρος όστις αδίκως εσυκοφαντήθη και υπέμεινε 7 έτη εξόριστος, ανατρέφων σπέρμα ξένον». ῏Ηλθον οι μοναχοί όλοι εις το κελλίον της και την εύρον νεκράν, εθαύμασαν και εδόξασαν τον Θεόν. ῎Αγγελος είπε εις ηγούμενον και έφεραν τον άνδρα της Θεοδώρας· ενεταφίασαν με τιμάς, έμεινε ο άνδρας της κί έγινε μοναχός αγωνιζόμενος θεαρέστως εις το κελλί Θεοδώρας.
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Δῶρον ἔνθεον, ἠγιασμένον, Θεῶ ἤνεγκας, τὴν βιοτήν σου, Θεοδώρα Ὁσία πανεύφημε, τῆς μετανοίας τὸ πῦρ γὰρ ἐμφαίνουσα, μέσον ἀνδρῶν φιλοσόφως διέλαμψας, ὅθεν πρέσβευε, ἀπαύστως τῷ σὲ δοξάσαντι, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν σοὶ Μῆτερ ἀκριβῶς διεσώθη τὸ κατ᾽ εἰκόνα· λαβοῦσα γὰρ τὸν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καὶ πράττουσα ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μὲν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δὲ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ· διὸ καὶ μετὰ Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὁσία Θεοδώρα τὸ πνεῦμά σου.