Όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος
Βιογραφία
Εκοιμήθη 12 Μαρτίου αλλά διά την αγ. Τεσσαρακοστή εορτάζεται σήμερον. ᾿Εγεννήθη το 957 εις την Γαλάτην Παφλαγονίας, ευσεβών πλουσίων γονέων Βασιλείου και Θεοφανώς-(ούς).
Εμαθήτευσε εις Κων/πολι, έγινε καλλιγράφος και σωματοφύλας του βασιλέως Βασιλείου Πορφυρογεννήτου. 14ετής επαρεκάλη τον Στουδίτην μοναχο Συμεών Ευλαβή να γίνη μοναχός δεν τον εδέχθη ως μικρόν, του εδώρισε ένα βιβλίο του ᾿Αββά Μάρκου του ᾿Ασκητού όπου εύρε το χωρίον «῍Αν ζητάς ωφέ-λεια επιμελήσου την συνείδησί σου πράττων ότι σου λέγει» το οποίον εδέχθη ως εκ Θεού. μία νύκτα προσηύχετο, έλαμψε φως θείον, του εφάνη ότι ευρέθη εκτός εαυτού, και με χαρά κλαίοντας έκραζε το «Κύριε ελέησον». Εις τον ουρανόν είδε φωτεινή νεφέλη και δεξιά τον Συμεών Ευλαβή (τόν γέροντά του) να προσεύχεται προς το Φως εκείνο.
᾿Ερχόμενος εις τον εαυτόν του επι πολύ χρόνον το σώμά του ήτο λεπτό και ελαφρό, όλος πλήρης ειρήνης. ῍Αν και πάλι εζήτησε να γίνη μοναχός μετά 6 έτη τον εδέχθη ο Συμεών. Εις την κλίμακα του ῾Αγ.᾿Ιωάννου Συναίτου όταν εδιάβασε· «᾿Αναισθησία εστί νέκρωσις ψυχής και θάνατος νοός πρό του σωματικού θανάτου» ενήστευε περισσότερο, αγρυπνώντας εις τα νεκροταφεία, αν και οι δαίμονες εθορυβούσαν διά να τον φοβήσουν. ῾Ο πατήρ του ήθελε να γίνη μοναχος ο Συμεών μετά τον θάνατόν του. ῾Ο Συμεών αντέλεγε ότι δεν υπακούει αλλά εις τον ΚΗΙΧ. ῎Ετσι αφήσας την κληρονομίαν του και βασιλική του υπηρεσία χωρίς να τον λυγίσουν τα δάκρυα όλων των οικείων του, ήλθε μετά 8 ημερών οδοιπορία εις την μονή Στουδίτου εις τον Συμεών ευλαβή και υπετάγη. Τόσον ευλαβείτο τον γέροντά του ώστε ησπάζετο και τον τόπον όπου προσηύχετο.
Μία νύκτα εις την εκκλησίαν τόσον αδράνεια του έφερε ο πειρασμός και δεν ηδύνατο να προσευχηθή. Τέλος διελύθη ως νέφος η δαιμονική ενέργεια και έκτοτες δυναμωθείς υπό Θεού ΟΥΔΕΠΟΤΕ ΕΚΑΘΙΣΕ ΕΙΣ ΤΑΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑΣ ΚΑΙ ΘΕΙΑΝ ΛΕΙΤΟΥΡΙΑ. ῎Αλλες νύκτες οι δαίμονες ως μαύροι Αιθίοπες τον επείραζον η με φαντασίας, τέλος εκκίνησαν τους αμελείς μοναχούς εις φθόνο και τον επίεζαν να εγκαταλείψη τον Γέροντά του, ο οποίος τον εσυμβούλευε να υπομένη αγωνιζόμενος. ῾Ο Συμεών έπεσε εις πόδι του ζητών την χάριν την οποίαν είχε εκείνος.
Ο Γέρων είπε· «ανάστα τέκνον και ο Κύριος πιστεύω θα σου χαρίση διπλασίαν την χάριν απ᾿ ότι εις εμέ». ᾿Ελθών ο Συμεών εις το κελλί του ήτο ώρα 3 νυκτός, τον περιεκύκλωσαν εκτίνες θείου φωτός, επλημμύρισε η καρδιά του με αγάπη προς Θεόν, ελεπτύνθη το σαρκικό φρόνημα και του εχαρίσθη Σοφία. ῾Ο ηγούμενος επηρεασθείς από τους φθονούντας τον Συμεών εξεδίωξε αυτόν από την μονή. ῾Ο γέροντάς του, επεσκέπτετο αυτόν συχνά και έκειρε μοναχό. ῾Ο Συμεών αγωνιζόμενος με νηστείας αγρυπνίας, μεταλαμβάνων κάθε ημέρα τα ῞Αγια Μυστήρια, εκαλλιγραφούσε, τας τεσσαρακοστάς έτρωγε μόνο το Σάββατο-Κυριακή και εκοιμάτο καθιστός.
Μετά τον θάνατον του ηγουμένου με την ψήφο του Πατριάρχου Νικολάου Χρυσοβέργη (684-996) και των μοναχών χειροτονείται ο Συμεών ιερεύς το 989 και ηγούμενος μονής του ῾Αγ.Μάμαντος Ξυροκέρκου εις ηλικίαν 32 ετών. Κατά την χειροτονίαν του το ῞Αγιο Πνεύμα κατήλθε επί του Συμεών ως φως απλούν και ασχημάτιστον. Αυτό το Φως ο άγιος επί 48 χρόνια της ιερουργίας του, έβλεπε εις κάθε λειτουργία κατά τον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων, το δε πρόσωπό του εγίνετο λαμπρότατο.
Ο άγιος απέκτησε πολλούς μοναχούς, ανεκαίνισε την παλαιά μονή, έλαβε παρά Θεού χάριν δακρύων και λόγον διδασκαλίας, έγραψε λόγους, κατηχήσεις, ύμνους κλπ. Μία φορά όταν εδίδασκε 30 μοναχοί έκαναν ανταρσία, εξέσχισαν τα ράσα των, απειλώντας τον άγιον, ο οποίος εσιώπα με ιλαρόν πρόσωπον. ᾿Επήγαν εις τον Πατριάρχη Σισίνιο ο οποίος ήκουσε τας διαμαρτυρίας, θα τους εξώριζε αλλά δεν ηθέλησε ο άγιος. ᾿Ενώ οι μοναχοί αυτοί έφυγαν από τη μονή ο άγιος έστειλε εις αυτούς τροφάς κλπ και επισκεφθείς τους έπεισε και απέστρεψαν. ένας μοναχός ο ᾿Αρσένιος μία σαρακοστή εζητούσε να νηστεύση όλη την εβδομάδα. ᾿Επειδή επέμενε τον άφησε ο άγιος.
Την τετάρτη ημέρα, ο ᾿Αρσένιος εν ώρα αγρυπνίας ελιποθύμησε λόγω ασιτίας, του έδωσαν άρτον και ολίγον οίνο, λέγων ο άγιος ότι διά την υπερηφάνειά του έπαθε αυτό. ῎Αλλη φορά ο ᾿Αρσένιος συνέλαβε κάποια πτηνά τα οποία έτρωγον το απλωμένο σιτάρι και τα εφόνευσε. ῾Ο άγιος ελυπήθη διά τον θυμόν του ᾿Αρσενίου και ενώπιον των μοναχών του εκρέμασαν τα φονευθέντα πτηνά εις το λαιμό. ῾Ο ᾿Αρσένιος εδέχθη το επιτίμιον και κλαίων έλεγε ότι είναι φονεύς. ῎Αλλοτε ίδεν έναν ασθενή να τρώγη κρέας περιστεράς εσκανδαλίσθη. ῾Ο άγιος του είπε ότι έχει ανώτερον τον εαυτόν του και μολύνεται από τους λογισμούς παρά το φαγητόν. Του έδωκε να φάγη και αυτός.
Ο ᾿Αρσένιος όταν άρχισε να τρώγη ήκουσε· «Φθάνει, πτύσε την, διότι ως γαστρίμαργος που είσαι δεν σου αρκεί να χορτάσης όλος ο περιστερών». ῾Ο ᾿Αρσέ-νιος αργότερα έγινε ηγούμενος. ῞Ενας επίσκοπος ο ῾Ιερόθεος εξ απροσεξίας εφόνευσε τον ανηψιό του, κλαίων εξωμολογήθη εις τον Πατριάρχη. Τέλος υπετάγη εις την μονή τού ῾Αγίου Συμεών γενόμενος μοναχός. Πάντοτε έκλαιε και ησπάζετο όλας τας αγίας εικόνας με δάκρυα ο άγιος διά να τον στεφανώση, είπε και τον ανεβίβασαν εις ημίονο περιφέροντες εις την μονή λέγοντες· «ο ῾Ιερόθεος είναι τρελός».
Ο ῾Ιερόθεος με ταπείνωση εδέχθη αυτό και επανελάμβανε λέγων· «Είμαι τρελλός». Μετά το θάνατο του Συμεών Ευλαβούς ο Συμεών κάθε έτος εόρταζε την μνήμη του, αγιογραφήσας την εικόνα του. ῾Ο Πατριάρχης Σέργιος Βί (999 έως 1019) μελετήσας τον βίο του Συμεών Ευλαβούς ενέκρινε την αγιότητά του και επί 16 έτη έστελνε εις την μνήμη του κερί και θυμιάματα. ῾Ο Νικομηδείας Στέφανος φθονήσας έλεγε ότι ο Συμεών ήτο αμαρτωλός και κακώς εορτάζεται. ᾿Εκάλεσαν τον άγιο εις την Σύνοδον να απολογηθή διά τον Γέροντά του. Τους απέδειξε ότι οι Πατέρες παραγγέλουν να τιμώμεν τους εναρέτους.
Επί 6 έτη εσύρετο εις δίκας ο άγιος. Παρεκίνησε τινάς μοναχούς ο Στέ-φανος και ήρπασαν την εικόνα του Συμεών Ευλαβούς και έφεραν εις Πατριαρχείο. ῾Ο Συμεών εκλήθη και είπε ότι, προσκυνώντας την εικόνα του αγίου πατρός μου εν αυτώ προσκυνώ τον Χριστόν, επειδή και ο Συμεών (Ευλαβής) υπάρχει, εν τώ Χριστώ διά τού Αγ. Πνεύματος (᾿Ιωάν. δί 20). ῎Εσβησαν την λέξιν άγιος από την εικόνα και έδωκαν εις Συμεών, έστειλαν ανθρώπους εις μονή και κατέστρεψαν όσας εικόνας εύρον του ῾Αγ. Συμεών Ευλαβούς.
Εφεραν πάλι εις εξέτασι λέγοντες να παύση τα εγκώμια και εορτή του Γέροντός του. ῎Επεισε ο Στέφανος τον Πατριάρχη -άν και έδωκε εις αυτούς ο άγιος γραπτή απολογία- και τον εξώρισαν εις το ερημόκαστρον Παλουκητόν. ῎Εγραψε ο άγιος εις τον Στέφανο ευχαριστήριο επιστολή διά την εξορία και εάν έχη να του προσθέση κι᾿ άλλα διά να γίνη πλουσιώτερος ο μισθός του. ῎Εστειλαν ανθρώπους από το Πατριαρχείο και έσκαψαν εις το κελλί του αγίου εις την μονή διά να εύρουν δήθεν χρήματα, αλλά δεν εύρον.
Εις τον τόπον εξορίας υπήρχε ιδιωτικός ναός της ῾Αγ. Μαρίνης και ο ιδιοκτήτης εδώρισε αυτόν εις τον άγιον. ῞Οταν οι ᾿Αρχιερείς εμελέτησαν την αναφορά του αγίου διά τον λόγον της εξορίας του, τον εκάλεσαν και αφήκαν ελεύθερον να εορτάζη τον πνευματικό του πατέρα. ῾Ο άγιος ήρχισε να κτίζη μοναστήριον εις ερημόκαστρον εις ναό ῾Αγ. Μαρίνης, συναντήσας εμπόδια από τους κατοίκους και δαιμονας που αοράτως εκρήμνισαν τα οικοδομήματα. Εις πολλούςπροείπε ο άγιος τα μέλλοντα. Του απεκαλύφθη ο τόπος όπου είχεν ύδωρ πόσιμο. Εις την ηγουμένη ῎Αννα η οποία ήτο ετοιμοθάνατος από ασθένεια εμφανίσθη ο άγιος με τον Συμεών Ευλαβή της έδωσαν και έφαγε κάτι και ευθύς εθεραπεύθη.
Είδον τον άγιον να προσεύχεται με υψωμένας χείρας έμπροσθεν εικόνος της Θεοτόκου μέσα σε θείο φως και να είναι υψωμένος εις τον αέρα. Μία μητέρα έφερε το παράλυτο τετραετές παιδίον της εις μονή. ῾Ο άγιος το ήλειψε με έλαιον της κανδήλας της ῾Αγ.Μαρίνης κι᾿ ευθύς εβάδιζε. Του έφεραν ένα δαιμονιζόμενο. ῾Ο άγιος είπε· «᾿Επιτιμήσαί σοι Κύριος ο Θεός μου, άκάθαρτε δαίμων, έξελθε από το πλάσμα του Θεού». Και αλείφων με έλαιον σταυροειδώς τον εθεράπευσε. ῾Οταν έκτιζε το μοναστήριον ῾Αγ. Μαρίνης δύο αδελφοί γείτονες Δαμιανός και ᾿Ανθής εφιλονικούσαν, ο Δαμιανός ώθησε και έπεσε κατά γης ο άγιος.
Μετενόησε όμως και τον εσήκωσε λαβών συγχώρησιν. ῾Ο ῎Ανθης υβρίζων τον άγιον υποκριτήν κι᾿ αχυροκάπνιστον κ.ά. ως αυθάδης που ήτο ήκουσε από τον άγιον· «᾿Εάν καπνίζωμαι με άχυρα το γνωρίζει ο Θεός εσύ όμως θα αλλάξης χρώμα και θα πρησθής». ᾿Εκείνη τη νύκτα εκιτρίνισε το πρόσωπό του και επρήσθη η κοιλία του, εις ολίγας ημέρας απέθανε· εξεπληρώθη το λεγόμενον υπό αγ.αποστόλων· «Πρέπει να τιμώμεν τους πνευματικούς μας πατέρας διότι έλαβον εξουσία ζωής και θανάτου και τους μέν αμετανοήτους καταδικάζουν, τους δε μετανοούντας ζωογονούν». Εις την εξορία έζησε ο άγιος 17 έτη. Τις τελευταίες του ημέρες, ασθενών από δυσεντερία ήτο κατάκοιτος, νουθετών τους μαθητάς του, εκοινώνησε ως εσυνήθιζε κάθε ημέρα είπε· «Πέμπτην ᾿Ινδικτιώνα με ενταφιάζετε και εις πέμπτην πάλιν θέλετε με ίδει «Μ». «Εις χείρας Σου Κύριε, παρατίθημι το πνεύμα μου».
Εκοιμήθηκε εν Κυρίω το 1037 μ.Χ. Μετά 15 έτη απεκάλυψε εις τον Νικήτα Σταθάτο ότι πρέπει να του κάνουν ανακομιδή λειψάνων (ετυπώθη εις ένα μάρμαρον του κελλιού του Νικήτα το γράμμα «Ε»). ῎Ετσι επαλήθευσε η προφητεία του ότι εις 5ην Ινδικτιώνα θέλουν να ίδουν...» δηλ. ᾿Ινδικτιών έχει 15 έτη το έτος 1037 ήτο το 5ου τής ᾿Ινδίκτου και το 1052 (τής ανακομιδής) ήτο το 5ον της επομένης ᾿Ινδίκτου ο Νικήτας Σταθάτος αντέγραψε όλα τα συγγράμματα του αγίου (κατ᾿ εντολήν του Συμεών) και τα εφύλασσε.
16 έτη μετά τον θάνατόν του ενώ ευρίσκετε εις μονή Στουδίου Βί εβδομάς Νηστειών, ήτο επί μία εβδομάδα πλήρης ειρήνης, και κατεγίνετο ενθυμούμενος τόν ῞Αγιο Συμεών, ελησμόνησε φαγητό και δίψα και τον κόπο της αγρυπνίας, αισθανόμενος το σώμα του ελαφρό, πνευματικόν. Συνέθεσε κανόνα εις τον ῞Αγιο Θεόδωρο Στουδίτη και ῞Αγ.Συμεών επιτάφιο λόγο και ακολουθία την οποία έψαλλε με άλλους μοναχούς εις τον τάφο του. Μία νύκτα είδε εις όραμα ότι επεσκέφθη τον ῞Αγιο Συμεών εις ένα βασιλικό ανάκτορο. ῞Οταν τον είδε ο Νικήτας έβαλε την πρέπουσα μετάνοια, ο άγιος τον ησπάσθη λέγων· «᾿Ανέπαυσάς με, τέκνον ηγαπημένον» και έθεσε το δεξί χέρι του Νικήτα εις τον μηρόν του (κατά την παλαιά συνήθεια του όρκου) δεικνύων χαρτί το οποίον έγραψε «Ταύτα παράθου πιστοίς ανθρώποις, οίτινες ικανοί έσονται και ετέρους διδάξαι» (Βί Τιμόθ. β,2).
Εξύπνησε με μεγάλη χαρά και ερωτήσας διακριτικό γέροντα ήκουσε ότι πρέπει να φανερώση τα συγγράμματα του αγίου διά ωφέλεια των πιστών. Κάποιος ιερεύς δεν επίστευε την αγιότητα του Συμεών, εκίνησε περιφρονητικά το χέρι του προς την εικόνα, ευθύς, ώ θαύματος! ῎Εξηράνθη το χέρι του έως ότου οι μοναχοί αλείψαντες με έλαιον ελύθη από τα αόρατα δεσμά. ῾Ο μοναχός Φιλόθεος έλαβε βιβλίον του αγ. Συμεών και το εδιάβασε εις το κελλί του. Είδε τον άγιο Συμεών -ενώ προσηύχετο- ότι εκτύπησε την θύρα κελλίου του και ήθελε δήθεν να κατοικήση μετ᾿ αυτού και έλεγε· «όστις θέλει να μεταλάβη των ᾿Αχράντων Μυστηρίων πρέπει να εγκρατεύεται και μόνον -τρία ποτήρια- να πίνη» (εννοούσε την εγκράτεια, τα δάκρυα, την προσευχή).
Μετά την θεία Κοινωνία να ΑΡΚΗΤΑΙ ΕΙΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΛΙΤΗΝ. Με τα «τρία ποτήρια»· να προετοιμάζεται διά να μεταλαμβάνη καθ᾿ εκάστην διά νά ενισχύεται εις τους πνευματικούς αγώνας. Και ως να έσφιγγε το στομάχι του Φιλοθέου είπε ενώ αναχωρούσε· «᾿Εάν θέλης ελθέ και εσύ προς ημάς και πάλι θα ίδωμεν τον φίλον Φιλόθεον. Κατά περίοδον μίας τεσσαρακοστής ο Νικήτας Σταθάτος επολεμήθη από σφο δρούς λογισμούς πορνείας. ᾿Ενώ επαρακαλούσε τον άγιον, του εφάνη λέγων· «Αυτό σου συνέβη από υπερηφάνεια ότι δήθεν είσαι σύμφωνος με τας εντολάς του Κυρίου».
Ο μοναχός ᾿Ιωάννης μαθητής του Νικήτα είδε τον ῞Αγιο Συμεών εν οράματι να του λέγη· «᾿Ιωάννη ειπέ εις τον μαθητήν μου Νικήτα να μεταγράψη τα συγγράμματά μου και εκείνο που ζητεί θα γίνη». «Οι άγιοι ουδέν πλέον ημών είχον, ει μη την προαίρεσιν εις το αγαθόν, προθυρίαν, υπομονή, ταπείνωση και αγάπη προς τον Θεόν» Κατήχησις 29,181
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν ἔλλαμψιν, Συμεὼν Πάτερ, εἰσδεξάμενος, ἐν τὴ ψυχή σου, φωστὴρ ἐν κόσμῳ ἐδείχθης λαμπρότατος, διασκεδάζων αὐτοῦ τὴν σκοτόμαιναν, καὶ πάντας πείθων ζητείν, ἣν ἀπώλεσαν, χάριν Πνεύματος. Αὐτὸν ἐκτενῶς ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.