Όσιος Αρσένιος ο Μέγας

Βιογραφία
Ητο διάκονος εκ Ρώμης με μεγάλη μόρφωσι. Είχε αδελφή μοναχή. ῾Ο βασιλεύς Θεοδόσιος τον εκάλεσε διδάσκαλο εις τα ανάκτορα εις υιούς του ᾿Αρκάδιο και ᾿Ονώριο. ᾿Ιδών ο βασιλεύς τους υιούς του καθημένους και τον όσιο διδάσκοντα όρθιο, διέταξε εις το εξής να κάθεται ο όσιος και οι υιοί του όρθιοι.
Ο ᾿Αρκάδιος έκαμε αταξία και ο όσιος τον έδειρε. ῾Ο όσιος έμαθε από ένα σπαθάριο ότι ο ᾿Αρκάδιος θέλει να τον θανατώση. ῾Ο όσιος προσηύχετο. ῎Ηκουσε φωνή θεία «᾿Αρσένιε, φεύγε και σώζου». ῎Εφυγε και εις ᾿Αλεξάνδρεια έγινε μοναχός. ῾Ο Θεός οικονόμησε ώστε να μη τον εύρη ο βασιλεύς όσο κι᾿ αν τον ανεζήτησε.
Αργότερα ο ᾿Αρκάδιος ως βασιλεύς με επιστολές και δώρα εζήτησε από όσιο να τον συγχωρήση. ᾿Εχάρισε όλους τους φόρους Αιγύπτου να μοιράζη ο όσιος εις πτωχούς και μονάς. ῾Ο όσιος δεν εκράτησε τίποτα του παρήγγειλε προφορικώς ότι τον συνεχώρησε κι᾿ ότι ο νεκρός δεν φροντίζει για γήϊνα.
Οταν τον επεσκέφθη ο άρχων και πατριάρχης ᾿Αλεξανδρελιας Θεόφιλος αφού τους ώρκισε να φυλάξουν ότι τους ειπή, είπε· «όπου ακούσετε ότι είμαι να μη πλησιάσετε». ῎Ελεγε φρόντισε και αγωνίζου ν᾿ αρέση η έσω εργασία σου εις Θεόν και θα δυνηθής να νικήσης και τα έξω πάθη του σώματος. ᾿Ερωτηθείς διατί φεύγει τους ανθρώπους είπε· «῾Ο θεός γνωρίζει ότι σας αγαπώ, δεν δύναμαι να είμαι και μαζί σας και με τον Θεόν».
Επλεκε πάντοτε εργόχειρο φοινικόκλαδα. Και δεν άλαζε το ύδωρ, υπέμεινε τήν δυσωδία... ᾿Επαναλάμβανε τό «᾿Αρσένιε, διό εξήλθες».. δηλ.νά ευαρεστήσης Θεώ. Είχε εις στήθος του κομμάτι ράσου (μαντήλι) διά να σκουπίζη τα δάκρυά του. ῾Ο αββάς ποιμήν τον εμακάρισε λέγων· «Μακάριος σύ ᾿Αρσένιε ότι έκλαυσες αρκετά εις τον κόσμο τούτο και εις την άλλη ζωή θα χαίρεσαι».
Εις μαθητάς του ο όσιος έδωκε εντολή να μη γράψουν τον βίο του, ούτε λείψανό του να δώσουν εις ανθρώπους αλλά να τον πετάξουν όταν αποθάνη εις κρημνό. Την ώρα του θανάτου εφοβήθη πολύ και έκλαιγε. Οι μαθηταί του εθαύμασαν· «Ουαί ημίν, πάτερ κι᾿ εσύ φοβείσαι τον θάνατον»; ῾Ο όσιος· «῏Ω τέκνα μου από την ώρα που έγινα μοναχός αυτός ο φόβος δεν μ᾿ εγκατέλειψε. Το έτος 455 εις ηλικία 120 ετών ζήσας 55 έτη εις μοναχική ζωή ανεπαύθη εν Κυρίω.
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῶν τερπνῶν ἀπανέστης ἐμφρόνως Ὅσιε, χρηματισθεῖς οὐρανόθεν ὡς Ἀβραὰμ ὁ κλεινός, καὶ Ἀγγέλων μιμητής, ὤφθης τῷ βίῳ σου, λόγω ἐμπρέπων πρακτικῶ, καὶ σοφία ἀληθεῖ, Ἀρσένιε θεοφόρε. Καὶ νῦν ἀπαύστως δυσώπει, ἐλεηθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.