Νεομάρτυς Ιωάννης (+1802)
Βιογραφία
Εγεννήθη εις Θέσ/νίκη, ο πατήρ του εις Σμύρνη ήνοιξε υποδηματοποιείον και ο ᾿Ιωάννης (κοινώς Νάννος λεγόμενος) με αδελφή του έμαθον την ίδια τέχνη. ᾿Ενώ ήτο σώφρων και Θεοφιλής το 1802, 3 Μαίου τον έστειλε ο πατήρ του εις τον κήρυκα αγοράς με υποδήματα και ετούρκευσε. Θρήνος και λύπη όλων διά το αιφνίδιον τούτο...
Οι Τούρκοι δεν επέτρεπον κανείς χριστιανός να τον ιδή.. Τι συνέβη; ῾Ο ᾿Ιωάννης η-θέλησε να προσφέρη εαυτόν μαρτυρική θυσία, προσεποιήθη ότι τουρκεύει διά να εύρη αφορμήν. Μετά 8 ημέρας συνήντησε τον εξάδελφό του που δεν γυρίζει κάν να τον ιδή, ο ᾿Ιωάννης του λέγει· «Δεν με χαιρετάς πλέον, εξάδελφε;» ο δέ· «Σύ τούρκος. ᾿Εγώ χριστιανός τι χαιρετισμόν να κάμωμεν;» ῾Ο ᾿Ιωάννης· «Δεν θα περάσουν 15 ημέρες και τότε θα ίδης ποίου είδους Τούρκος είμαι εγώ».
Μετά 15 ημέρες τινες συντεχνίται του τον επείραξαν λέγοντες· «Σύ ετούρκευσες, δεν αλλάζεις ρούχα; Με τα παπούτια ακόμη του πατρός σου είσαι;» ᾿Απήντησε· «Παρήγγειλα πολυτελή ρούχα και άρματα χρυσά και έως την άλλη Κυριακή θα τα φορέσω εις τήν αγοράν Σοάν (εις τόπο των θανατικών εκτελέσεων)». ῎Επειτα ελθών εις άλλον συμπατριώτην του του εζήτει Σταυρόν, ο δε τον έδιωξε πάλι ερχόμενον και ζητούντα.
Επήγε εις πατέρα του ᾿Ιωάννου ο άνθρωπος ούτος και είπε τα σχετικά με Σταυρό. ῾Ο πατήρ του παρήγγειλε· «᾿Εάν μετενόησε και ζητή να μαρτυρήση δεν του χρειάζεται Σταυρός, αλλ᾿ άς επικαλεσθή την βοήθειά Του». 25 Μαίου ημέρα Κυριακή, εξεδύθη τα Τουρκικά, ενεδύθη χριστιανικά και τρέχει εις κριτή (σαρίκι φορών τουρκικό εις κεφαλή του).
Ομολογεί και φυλακίζεται. ῎Εγινε συνέλευσις εις το διοικητήριον των αγάδων και επισήμων Σμύρνης, ωσάν να ήτο καμμία μεγάλη βασιλική υπόθεσις. ᾿Εν τώ μεταξύ ζητεί ο ᾿Ιωάννης τον Πατέρα του να υπάγη εις φυλακή διά τον τελευταίο ασπασμό.
Εκείνος φοβείται με δάκρυα του παρήγγειλε· «άς έχη την ευχή του Χριστού και της Παναγίας και εμού του αμαρτωλού, η χάρις του ῾Αγ.Πνεύματος να τον ενδυναμώση να λάβη ό,τι ποθεί. Να προσέχη να μη αναφέρη τα ονόματά μας διά να μη ακολουθήση πειρασμός».
῾Ο ᾿Ιωάννης εξεταζόμενος επανελάμβανε· «χριστιανός είμαι, την πρώτην μού πίστιν πιστεύω, ᾿Ιωάννης θέλω να ονομάζωμε και όχι Μεχμέτης». ῞Οταν ήκουσε ότι θα τον στείλουν εις το ᾿Αλγέρι με άλλους Τούρκους ο ᾿Ιωάννης είπε εις κριτάς· «Δώστε μού διορία, να αποφασίσω». Πάλι έφεραν εις κριτήριο. Τέλος ωδηγούντες αυτόν εις τόπον καταδίκης, ο κήρυξ επροπορεύετο βοών· «᾿Ιδού πως τιμωρείται, όστις αρνείται την πίστιν ημών.
Οι ᾿Αγαρηνοί ήλθον εις τον τόπο Σοάν διά να ίδουν, την εκδίκησι της υβριζομένης πίστεώς των, οι χριστιανοί διά να ίδουν την δύναμι του Σταυρού. ῾Ο μάρτυς γονατιστός, ο δήμιος άνωθεν με το γιαταγάνι έτοιμος... είς τούρκος του είπε· «῎Ελα εις τον νού σου λυπήσου τη ζωή σου, ειπέ μόνο με λόγο ότι είσαι τούρκος και σώζεσαι». Ειπών· «῎Οχι» απεκεφαλίσθη.
Μετά οι χριστιανοί επλήρωσαν και έλαβον αίματα, τρίχας, ιμάτια, το σχοινίον ακόμη και δάκτυλα απ᾿ το λείψανο. ῾Ο Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος ηγόρασε το άγ.λείψανο και έθαψε αυτό. Νέος τις επήρε με βαμβάκι μαρτυρικό αίμα. ῎Εδωκε το ήμισυ εις αδελφή του, εκείνη το έθεσε εις εικονίσματα. Παρεσύρθη όμως από γραία τινα και κατεβάζει το βαμβάκι από εικονοστάσι το καίει.
Ευθύς παρέ-λυσαν τα χέρια της και πίπτει ασθενής. ῎Εφεραν ιερέα διά αγιασμό, όταν εσταύρωσαν με το άλλο ήμισυ αιματοβαμένο βαμβάκι, έγινε υγιής. Μικρό παιδίον πάσχων από ανίατο ασθένεια ιατρεύθη πίνοντας ύδωρ εις οποίο εβάπτισαν το αιματωβαμένο βαμβάκι.