Άγιος Λεόντιος

Βιογραφία
Ητο από την Στρώμνιτσα (=η πρώην Τιβεριούπολις), εις βάπτισμα ωνομάσθη Λέων. Νέος εις την μονή Πτελιδίου της Θεοτόκου εις Κων/πολι έγινε μοναχός. ῾Υπεκρίνατο τον σαλό.. μία φορά διά να δοκιμάση αν θα εκέρδιζε ω-φέλεια από την σαλότητα, έβαλε κάρβουνα αναμμένα εις χέρι του και εβάδισε εις δρόμους και αγορά θυμιάζοντας λαό και εικόνας.
Αλλ᾿ ώ του θαύματος, ουδέν εκάη. ᾿Εμέμφετο εαυτόν γην και σποδόν ονομάζων. Μετά επήγε εις γέροντα (πρώην αρχιερέα Τιβεριάδος) και υπετάγη εις αυτόν. Κάποτε διά να επιστρέψη αυθημερόν εις κελλί τους (διότι τοιαύτη εντολή είχε από τον Γέροντά του) επειδή ενύκτωσε και δεν υπήρχε πλοιάριο, εβάδισε κάτω των υδάτων του Βοσπόρου ως διά ξηράς και εξήλθε εις αντίπερα όχθη.
Μέτ᾿ ολίγο έλαβε ευλογία και έμεινε εις μονή Ευαγγελιστού ᾿Ιωάννου Θεολόγου εις Πάτμο. ᾿Επειδή ήτο αγένειος ο ηγούμενος δεν του επέτρεπε να μεταβαίνη εις ακολουθίας αλλά ν᾿ αγωνίζεται εις το κελλί του. ῞Οταν δέν είχε δάκρυα, έδερνε το σώμα του μ᾿ ένα λωρίον και εκ των πόνων εδάκρυεν έστω και χωρίς να το θέλη. Συχνά εις τους τάφους του κοιμητηρίου εισήρχετο θρηνών και κλαίων.
Μία νύκτα είδε χείρα κρατούσα άρτον και φωνή είπε· «Λάβε και φάγε». ῎Εφαγε και εγλυκάνθη όλος. ῎Εκτοτε έλαβε χάριν γνώσεως και ερμηνείας των Γραφών. ᾿Ηδύνατο ν᾿ αποστηθίζη βιβλία ολόκληρα. Καθώς επερίσσευον τα χαρίσματα του ῾Αγ.Πνεύματος, τοσούτον ηύξαμε και τους κόπους. Κατά την ώρα του φαγητού προσεποιείτο ότι έτρωγε και κρυφίως μετά την τράπεζα έρριπτε εις τα πτηνά.
Ηξιώθη και ῾Ιερωσύνης παρ᾿ όλο ότι δεν εδέχετο εις αρχή. Περίπου μία ώρα εκοιμάτο προς το ξημέρωμα μετά το τέλος ακολουθιών εις ναό. Εις την εορτή ῾Αγ.᾿Ιωάννη Θεολόγου του εφάνη ο άγ.᾿Ιωάννης εις το σχήμα ῾Ηγουμένου και του είπε· «Τέκνον Λεόντιε, πήγαινε να λειτουργήσης ενωρίτερον από την συνειθισμένη ώρα διότι θέλω να μεταβώ εις τήν ῎Εφεσσον.
Αλλοτε ησθένησε βαρέως ο ηγούμενος, ο Λεόντιος του έδωκε ποτήριον οίνου αφού έκαμε επί του ποτηρίου το σημείο του Τιμίου Σταυρού και λέγων τους λόγους τούτους· «Χριστέ μου, ηγαπημένε, πεποθημένε Δέσποτα, εάν αγαπάς την μητέρα Σου, την εμήν Κυρίαν, επάκουσόν μου του ευτελούς δούλου Σου και δός εις τον πνευματικόν μού πατέρα την ιατρείαν. ῾Ηγέρθη υγιής. Μετά τον θάνατο ηγουμένου, εψηφίσθη διάδοχός του.
Μετά καιρόν εψηφίσθη πατριάρχης ῾Ιεροσολύμων, αφού διώρισε τον μοναχό ᾿Αντώνιο ηγούμενο εις μονή Πάτμου. Διερχόμενος από Κύπρο εύρε εις τινα μονή δύο μοναχούς αμονάχους οίτινες συγκατώκουν μετά γυναικών η ημάρτανον σαρκικώς μέτ᾿ αυτών. ῾Ο θείος Λεόντιος συνεβούλευσεν αυτούς να μετανοήσουν, εκείνοι έμειναν εις την κακία των προφασιζόμενοι ότι η συνήθεια ενίκησε και αυτούς και νόμον και κανόνας.
Ο άγιος στενάξας είπε· «εγώ τέκνα μού έπραξα το χρέος μου, σας συνεβούλευσα διά το καλό σας. ᾿Επειδή καταφρονείτε ο Θεός πλέον θα σας κρίνη. Καί, ώ της δυστυχίας των. Μετά μίαν ημέραν έφθασεν η θεία δίκη, απέθανον και οι δύο χωρίς να ασθενήσουν. Εις ῾Ιεροσόλυμα τότε εκυριάρχουν οι Λατίνοι, η αρετή του αγίου έφερε φθόνο εις Λατινοεπίσκοπο και έστειλε ανθρώπους του διά να τον φονεύσουν. ῾Ο Θεός διεφύλαξε τον Λεόντιον από τους φονείς πατάξας αυτούς δι᾿ αορασίας, έβλεπον την οικίαν αλλά δεν έβλεπον τήν θύραν!
Ολη τη νύκτα εκοπίασαν και επιστρέψαντες είπον ότι ο Θεός προστατεύει τον πατριάρχη. ῾Η φήμη του θαύματος έφθασε και εις Κων/πολι, ο βασιλεύς Μανουήλ Κομνηνός τον προσεκάλεσε διά να τους ευλογήση με επίσκεψίν του. ῞Οταν ησθέ-νησε και απέθνησκε ο πατριάρχης ᾿Αντιοχείας Κύριλλος, ευρέθησαν μεταξύ άλλων και ο Λεόντιος με τον πατριάρχη Κων/πόλεως Θεοδόσιο.
Παρεκίνουν ο είς τον άλλον νά προσκαλέση τον άγγελον να παραλάβη την ψυχή του συντομώτερον. ῾Ο θείος Λεόντιος έλεγε ότι ο Κων/πόλεως πρέπει να δεηθή διότι είμαι μεγαλύτερος κατά την τάξι από τον πατριάρχη ῾Ιεροσολύμων. ῾Ο πατριάρχης Θεοδόσιος έλεγε ότι η αξία γνωρίζει να παραχωρή τα πρωτεία εις την αρετήν.
Τέλος επείσθη ο Λεόντιος, εγείρας εις τον αέρα την δεξιά του και ποιήσας το σημείο του Ζωοποιού Σταυρού, είπε προς τόν άγγελον· «᾿Εν ονόματι του ονόματος της ῾Αγ.Τριάδος, σε προσκαλώ, ώ ῎Αγγελε του Κυρίου, ομόδουλε με ημάς τους ταπεινούς, να μη αναβάλης πλέον τον χωρισμόν ψυχής του αδελφού ημών...» Και ευθύς ο ασθενής εξέπνευσε. Προγνωρίσας ο άγ.Λεόντιος τον θάνατό του, αποχαιρετήσας όλους, παρέδωκεν εις χείρας Θεού την μακαρίαν του ψυχήν. ᾿Ετάφη εις ναό ᾿Αρχαγγέλου Μιχαήλ εις Κων/πολιν.
4 ημέρες μετά έδειξε έτερον θαύμα. Ευωδίαζε το άγ.λείψανο, το δε φρικωδέστερον και θαυμαστότερον!... είδον ότι έτρεξεν αίμα απ᾿ το νεκρό λείψανο, ως εκ σαρκός κοπείσης διά μαχαίρας τόσον πολύ ώστε επλημμύρισε ο τόπος. Συμπεραίνεται ότι ο ῞Αγιος ήτο ως ζών εν νεκροίς συνηριθμημένος με τους μάρτυρας διά το θεληματικόν μαρτύριον όταν εδέρετο διά του λωρίου εκείνου. Ευλαβούμενος ο βασιλεύς ᾿Ανδρόνικος τα θαύματά του κατεσκεύασε λάρνακα μεγαλοπρεπή και εντός κετετέθη το πάνσεπτον λείψανον.