Σύναξις του Αρχαγγέλου Γαβριήλ εν της ῎Αδειν
Βιογραφία
Εις το κελλί κοιμήσεως θεοτόκου εις περιοχή έγγυς καρυών ῾Αγίου ῞Ορους την λεγομένη «κοιλάς ᾿Αδειν» το έτος 980 μ.Χ. επί βασιλείου και Κωνσταντίνου (αδελφών, Πορφυρογεννήτων καλουμέ-νων) και πατριάρχου Νικολάου Χρυσοβέργου συν-έβη το κάτωθι· ο Γέρων του Κελλίου Ιερομόναχος Γαβριήλ ανεχώρησε διά αγρυπνία εις Πρωτάτο Καρυών, αφήκε τον υποτακτικό του συνώνυμο Γαβριήλ ο οποίος εφιλοξένησε μοναχό.
Εις την ακολουθία του όρθρου ο μοναχός ο ξένος προσέ-θεσε εις την «Τιμιωτέραν» το (῎Αξιον εστί ως αληθώς κλπ.). Το έψαλλε εις βί ήχο μελωδικότατα, ο Γαβριήλ του εζήτησε νά του το μάθη. ᾿Εζήτησε ο ξένος χαρτί, δεν υπήρχε, τότε εζήτησε πλάκα λιθίνη και ψάλλοντας πάλι τον ύμνο εχαράχθησαν θαυματουργικά τα γράμματα. Ειπών τό «από τώρα έτσι να ψάλλετε οι ορθόδοξοι» ανελήφθη και έγινε άφαντος.
Ηταν ο αρχάγγελος Γαβριήλ. Με λιτανεία οι Πατέρες μετέφεραν την αγία Εικόνα εις ναό Πρωτάτου (Καρυών) όπου και σήμερον ευρίσκεται, την πλάκα απέστειλαν εις Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Το κελλί ωνομάσθη «Κελλίον ῎Αξιον εστί» και η κοιλάς εκείνη «Κοιλάς η λάκκος του ῎Αδειν (ψάλλειν)» επειδή εψάλη ο αρχαγγελικός ύμνος.
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Πατέρων ἀθροίσθητε, πασὰ τοῦ Ἄθω πληθύς, πιστῶς ἑορτάζοντες, σήμερον χαίροντες, καὶ φαιδρῶς ἀλαλάζοντες, πάντες ἐν εὐφροσύνῃ, τοῦ Θεοῦ γὰρ ἡ Μήτηρ, νῦν παρὰ τοῦ Ἀγγέλου, παραδόξως ὑμνεῖται διὸ ὡς Θεοτόκον ἀεὶ ταύτην δοξάζομεν.
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῇ σεπτῇ σου Εἰκόνι Γαβριὴλ ὁ Ἀρχάγγελος, καταπτὰς ἐν σχήματι ξένῳ, τὴν ᾠδήν σοι ἀνέμελψεν, Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς, τὴν μόνην μακαρίζειν σε Ἁγνή, ὡς Μητέρα τοῦ τῶν ὅλων Δημιουργοῦ, καὶ σώζουσαν τοὺς κράζοντας· δόξα τοῖς θαυμασίοις σου Ἁγνή, δόξα τοῖς μεγαλείοις σου, δόξα τῇ πρὸς ἡμᾶς σου προνοίᾳ Ἄχραντε.