Άγιος Μιχαήλ Χωνιάτης
Βιογραφία
Αρχιεπίσκοπος 'Αθηνών· (1182-1217).
'Οσίου ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ 'Αθωνίτου· 'Εκ Τραπεζούντος επί Νικηφόρου Φωκά το 965 έτος.
'Ωνομάσθη 'Αβράμιος, ορφανός έμεινε μικρός, ανετράφη υπό τινος παρθένου. 7 ετής (αποθανούσης της παρθέ-νου που τον ανέτρεφε) ευνούχος του βασιλέως 'Ρωσσίας τον έφερε εις Κων/πολι και τον εσπούδασε Γραμματική και Φιλοσοφία. 'Εγκρατής ο 'Αβράμιος, ενήστευε τρώγοντας κάθε 2 ημέρες κρίθινι άρτο. 'Ο βασιλεύς τον εψήφισε διδάσκαλο, γνωρίζεται με τον στρατηγό Νικηφόρο Φωκά και τον μοναχό Μιχαήλ Μαλέινο από το όρος του Κυμινά. 'Ο 'Αβράμιος έγινε υποτακτικός εις Μιχαήλ, ενεδύθη τρίχινα, και καλλιγραφούσε.
'Επειδή ήθελον να ψηφίσουν τον όσιο 'Αθανάσιο ηγούμενο, έφυγε διά το ῞Αγιο όρος. ῎Εκρυψε το όνομά του και είπε ότι λέγεται Βαρνάβας και είναι αγράμματος. Εις την αγρυπνία Χριστουγέννων ο «Πρώτος» του 'Αγ.῎Ορους τον ανεγνώρισε και του επέβαλε να κάμη ανάγνωσι, ήρχισε την ανάγνωσι ως αμαθής, όταν του επέβαλε ο «Πρώτος» επιτίμια ανέγνωσε κανονικά. ῎Εμεινε αγωνιζόμενος, μετά 3 έτη ο Νικηφόρος Φωκάς επέστρεψε εις ῎Αθωνα ('Αγ. ῎Ορος), εύρε τον 'Αθανάσιο και του έδωκε χρήματα διά ανάγκας ανακαινίσεων κλπ. Πολλοί προσέ-τρεχον εγγύς οσίου διά ωφέλεια.
'Ο Φωκάς έστειλε πλοίο πολεμικό να τον λάβη μαζί του εις πόλεμο κατά Τούρκων εις Κρήτη και όταν τελειώση θάρθη και αυτός εις ῞Αγ.῎Ορος. Τελειώνοντας έστειλε ο Φωκάς χρήματα πολλά και το 861 εκτίσθη η Λαύρα οσ.'Αθανασίου. Συνεργεία του διαβόλου έμειναν τα χέρια των οικοδόμων ξηραμμένα. Με ευχή αγίου 'ΑΘανασίου ιατρεύθησαν και έγιναν μοναχοί. Πλήθη μοναχών ήλθον εις όσιο, εκτίσθησαν ξενώνες, λιμάνι, αμπελώνες ζυμωτήριο με βόδια, έγραψε το τυπικό διά ακολουθίας. 'Ο όσιος ηθέλησε να υπάγη εις 'Ιεροσόλυμα με τον μαθητή του 'Αντώνιο, εις Κύπρο επληροφορήθη ότι δεν είναι θέλημα Θεού το ταξίδι του και απέστρεψε. (Είδε οπτασία τον ΚΗΙΧ που του είπε να επιστρέψη και να οικοδομήση τη μονή και να αύξηθή πολύ.
'Ο Φωκάς συνεχίζων με χρήματα και χρυσόβουλα να ευεργετή τη μονή, ήκουσε από τον όσιο που τον επεσκέφθη εις Κων/πολι ότι επειδή ηθέτησε τις υποσχέσεις του εις Θεόν ότι θα γίνη μοναχός και θα αποθάνη εντός των ανακτόρων, όταν έκτιζε τη μονή ο όσιος ερχόμενος εις καρυές διότι ο τόπος ήτο άνυδρος, του εφάνη η Θεοτόκος και του είπε να κτυπήση σταυροειδώς τη γη εν ονόματι του Υιού της. Τότε κτυπώντας ο όσιος -χαράξας το σημείο του Σταυρού ανέβλυσε ύδωρ και σήμερον φαίνεται η πηγή εις το αγίασμα αυτό. Μία ημέρα ετραυματίσθη και έμεινε κλινήρης 3 έτη, 'Ο Φωκάς ο βασιλεύς εδολοφονήθη από Τσιμισκή ως προεφήτευσε ο όσιος.
Τινές μοναχοί του αγ.῎Ορους ανέφεραν εις αυτοκράτορα ότι ο όσιος μεταβάλλει τους μοναστικούς κανόνας 'Αγίου όρους. 'Ο βασιλεύς εκάλεσε τον όσιο εις Κων/πολι και δίδοντας δώρα και χρήματα τον έστειλε εις Μονή του. Μοναχός τον εφθόνησε και απεφάσισε να τον φονεύση, αγαπούσε περισσότερο, εθεράπευε ασθενείς μοναχούς, όταν εγνώριζε ότι δεν είναι θέλημα Θεού να θεραπευθούν, έκαμε αγρυπνία με όλους τους μοναχούς παρακαλώντας τον Θεόν να τον αναπαύση να μη βασανίζεται, τον εξομολογούσε, τον εκοινωνούσε και εις τέλος αγρυπνίας ανεπαύετο εν Κυρίω ο ασθενής. ῎Αλλη φορά ήλθον ακρίδες πολλές αλλά δεν έτρωγον τους αμπελώνας της μονής, οι μοναχοί επίστευσαν ότι δεν τρώγουν αμπελόφυλλα, είπε ο όσιος και έκοψαν φύλλα και τα έρριψαν εκτός αμπελώνος και τα κατέφαγον οι ακρίδες.
Ευχηθείς ο όσιος εφάνησαν χιλιάδες πουλιά και έφαγον τας ακρίδας.
Ευλογήσας ο όσιος Θαλασσινό ύδωρ μετέβαλε εις γλυκύ. Προγνωρίσας τον θάνατό του ενουθέτησε έκαστος να φυλάττη την γλώσσά του, να υπομένουν τον πειρασμόν πάντοτε διότι με πειρασμούς και θλίψεις μεταβαίνουν εις την ουράνιον βασιλείαν.
'Ενδυθείς ο όσιος το ράσο, μανδύα και κουκούλιόν του, λαβών εξ αδελφούς ανέβησαν εις τον τρούλλο του ναού όπου έκτιζον οι οικοδόμοι.
Τότε κατέπεσε ο τρούλλος και εχώθησαν κάτω από ερείπεια. Οι 5 μοναχοί απέθανον, ο όσιος με τον μοναχό Δανιήλ ήτο ακόμη εις ζωή. ῎Ηκουον τον όσιον να λέγη επί τρεις ώρες το «Δόξα Σοι ο Θεός» και το «Κύριε 'Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησόν με». 'Ανασυρθέντων των πετρών ευρέθη νεκρός ο όσιος εις το σύνθρονο κατακεφαλής με τα χέρια του σταυροειδώς. 3 ημέρας έμεινε το λείψανό του εις ναό έως να συναχθούν όλοι και δεν έδειξε σημεία αλλοιώσεως. 'Η πληγή έτρεχε αίμα και μετά 3 ημέρας και εχρίοντο διά ευλογία. 'Ο Δανιήλ τραυματισμένος έζησε ολίγας ημέρας ακόμη και εδιηγήθη, ότι είδε να υπάγουν ο όσιος, ο Δανιήλ και οι άλλοι πέντε εις βασιλέα.
'Ο όσιος με άλλους εισήλθον, ο Δανιήλ έμεινε έξω κλαίων. Εις φρουρός του είπε· «Ματαίως κλαίεις, εάν δεν εισαγάγη ο 'Αθανάσιος δεν είναι δυνατόν να εισέλ- θης». 'Εξήλθε ο όσιος και λαβών από το χέρι τον Δανιήλ τον έφερε και προσεκίνησε τον βασιλέα. Κατά το όραμα και η έκβασις εγένετο. 'Ηγούμενος ανέλαβε ο Ευστράτιος όστις είχε δεινή ασθένεια εις νεφρούς και ούρει αίμα μετά πόνων. Ουδόλως οι ιατροί τον ιάτρευον. 'Υπέμεινε χρόνους επτά. Μία νύκτα είδε καθ' ύπνον τον όσιον, όστις του έδωκε ποτήριο και πιών αυτό εθεραπεύθη.
Εις την 'Ιερισσό (εγγύς 'Αγ.῎Ορους) είχε η Μονή Λαύρας του οσίου 'Αθανασίου μετόχιον. 'Ο οικονόμος 'Ιωαννίκιος μετέβαινε διά λέμβου εις τον Στρυμώνα διά να αγοράση τινά χρειώδη. 'Επετέ-θησαν βάρβαροι πειρατές και ο οικονόμος έρριψε κρυφίως τα χρήματα εις θάλασσα δεμένα εις μανδήλιον. Μετά καιρόν διήρχοντο διά του σημείου εκείνου τινές μοναχοί της Λαύρας και έλεγον· «'Εάν ο Κύριος οικονομήση και εύρωμεν τα χρήματα, μεγάλη αληθώς παρρησία έχει ο όσιος πατήρ ημών 'Αθανάσιος προς Θεόν». Καθώς παρετήρουν εις τον βυθόν της θαλάσσης είδον ένα οκτάποδα τον οποίον εκάρφωσαν διά του καμακίου. Και τότε! ῏Ω της προς Θεόν παρρησίας σου όσιε 'Αθανάσιε! 'Ο οκτάπους εκράτει το μανδήλιον με το χρυσίον (τα χρήματα) εις τους πλοκάμους του!
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀρετῇ διαπρέψας καὶ ἁγιότητι, ποιμαντικῇ ἐπιστήμῃ καὶ ἀκραιφνεῖ βιοτῇ Ἀθηναίων στυλοβάτης ἐχρημάτισας, ὦ Χωνιᾶτα Μιχαήλ, ἱεράρχα κραταιὲ καὶ ἄριστε ποιμενάρχα· διὸ καὶ εἴληφας χάριν ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύειν πάντοτε.
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀθηνῶν ἱεράρχην τὸν λογιώτατον καὶ συμπαθῆ ὡς ἀγώνων συμμεριστὴν τοῦ λαοῦ καὶ αὐτοῦ τῆς ἀγωνίας ὕμνοις μέλψωμεν νῦν, Χωνιάτην Μιχαήλ, τῆς σοφίας ποταμὸν καὶ κρήνην εὐρυμαθείας, αὐτοῦ λιτὰς τὰς ἀόκνους πρὸς τὸν Σωτῆρα ἐκδεχόμενοι.