Όσιος Κύριλλος ο Φιλεώτης

Βιογραφία
Εκ του χωρίου Φιλέα εγγύς Κων/πόλεως. Εις άγιο βάπτισμα ωνομάσθη Κυριακός, εχειροτονήθη αναγνώστης, από μικρόν παιδαριογέροντα τον έλεγον, διότι όλα του τα έργα, τα λόγια του κι᾿ οι λογισμοί του είχαν τη χάρι του Θεού. 20ετής ενυμφεύθη, απέκτησε υιόν και έπεισε την σύζυγόν του να παρθενεύσουν. ᾿Ενήστευαν, Τετάρτη και Παρασκευή ξηροφαγούσαν ( τρώγοντας παξιμάδι και νερό το εσπέρας).
Σύν τώ χρόνω με την βοήθεια του Θεού έτρωγε (όλες τις ημέρες παξιμάδι και νερό) και το Σαββατοκύριακο μόνο φαγητό. Θέλοντας να μονάση, δοκίμασε να υπακούση εις πλοίαρχον επί 3 έτη.. εκτελώντας οποιαδήποτε υπηρεσία αγόγγυστα προσευχόμενος αδιάλειπτα. ῞Οταν είχε πονηρούς λογισμούς εκτυπούσε τους μηρούς του η ώμους του με ξύλο η σχοινί.
Οι ναύτες τον είδαν μία φορά να κτυπά το πρόσωπό του και κλαίοντας δυνατά τους είπε· «᾿Εάν και εσείς είχατε όσες αμαρτίες έχω θα εκλαίγατε περισσότερο». Οι γνωστικοί αναστέναξαν και είπον· «᾿Αλλοίμονο εις ημάς τους αναισθήτους διότι καταναλώνομε τας ημέρας μας εις ματαιότητας». Τον παρακαλούσαν να μη εργάζεται,.. να αναπληρώνουν εκείνοι την εργασία κι᾿ εκείνος να προσεύχεται.
Εδέχθη διότι από εξάντλησι ούτε εις τα ιστία ν᾿ ανέβη δεν ηδύνατο. ᾿Ελθών εις οικία του είπε εις σύζυγό του η να υπάγω εις μονή η να μένω εδώ αργός λόγω ασθενείας μου. Του είπε· «μείνε και ο Θεός θα οικονομήση τα προς το ζήν». ῎Εκτισε μικρό κελλί εγγύς οικίας του και επί πολλά έτη έμεινε προσευχόμενος. ᾿Εδιόρθωνε δίκτυα αλιέων.
Ελαβε το χάρισμα των δακρύων. Τας νύκτας εξήρχετο εκεί εις την λίμνην Δέρκων αγρυπνώντας και αυτομεμφόμενος»· ᾿Αφες τα άνω, ακάθαρτε διότι είσαι υπερήφανος και κάτελθε εις τον άδη να ίδης τους ομοίους σου με τους οποίους θα συναριθμιθής μέτ᾿ ολίγον ελεεινέ». ᾿Αλλοτε εφρόντιζε ασθενείς και έλεγε»· ᾿Εάν κανείς ειδή η ακούση κάτι που λυπεί τον αδελφόν του και λυπηθή η καρδιά του κι᾿ αυτό θα το λογαριάση ο Θεός ελεημοσύνη.
Ομοίως αν τον υβρίσουν και υπομείνη». Μία ημέρα ήλθε οδοιπόρος ζητών τον Κυριακό τόν Ελεήμονα!..ο όσιος απορών είπε· «᾿Εγώ είμαι ο Κυριακός, ποίος δε είναι ο ελεήμων δεν γνωρίζω, πως το λέγεις αυτό;» ᾿Εκείνος είπε· «Περιέπεσα εις πειρασμούς και παρακαλούσα τον Θεόν να μού δείξη σκέπη σωτηρίας. ᾿Εφάνη κάποιος έφιππος λέγων· «Μη λυπείσαι ο Θεός σε φροντίζει.
Υπαγε εις τον οίκον του Κυριακού του ᾿Ελεήμονος κι᾿ αυτός θέλει αναπαύσει σέ».. και έγινε άφαντος. ῾Ο όσιος τον εδέχθη τον εφιλοξένησε πλένοντάς καί τους πόδας. Μία ημέρα παίζοντας τα παιδιά της γειτονιάς εκτύπησε με λίθο και ετύφλωσε τον δεξιό οφθαλμό της κόρης τους. ῾Η μητέρα ύβριζε.. ο όσιος δεν εξήλθε από το κελλί του, ευχαριστούσε τον ΚΗΙΧ και κλαίοντας εμέμφετο εαυτόν ως αίτιον.
Η γυναίκα του τον έλεγε σκληροκάρδιον.. ο όσιος την ειρήνευσε νουθετών καταλλήλως. Κάθε Παρασκευή οδοιπορών 32 μίλια επήγαινε εις Ναόν Βλαχερνών επροσκυνούσε και επέστρεφε. Μία περίοδο πείνας εξεκίνησε άσιτος διά τον ναόν Βλαχερνών, καθ᾿ οδόν απέκαμε και δεν μπορούσε να βαδίση, ενώ προσευχόταν είδε έμπροσθέν του άρτο και κανάτιον ύδατος. Προσεποιείτο πολλές φορές τον μωρόν και ανόητο και άλαλον.
Εφορούσε σιδερένιες αλυσίδες ο μοναχός ῾Ιλαρίων του είπε ότι κινδυνεύει από κενοδοξία. ῾Ο όσιος είπε· «Μισώ κόπον που προξενεί ζημίαν» και αφήρεσε αυτάς λέγων· «᾿Ιδού ελύθη ο κύων εκ των σιδήρων». ῾Ο ῾Ιλαρίων με γράμμα του τον έστειλε εις την ᾿Αννα Κομνηνή (μητέρα του ᾿Αλεξίου Κομνηνού 1081-1118) η οποία δεν είχε γίνει ακόμη βασίλισσα. ᾿Ελθών ο όσιος, ανέγνωσε η ᾿Αννα το γράμμα, έπεσε εις πόδας του ζητούσα ευλογία, ομοίως και ο άγιος εγονάτισε ζητών την ευχή της.
Η ᾿Αννα επέμενε. ῾Ο όσιος είπε· «῾Ο Κύριος ν᾿ αξιώση να απολαύσης τα αγαθά της άνω ῾Ιερουσαλήμ και να ίδης υιούς υιών σου να εξουσιάζουν πόλεις και έθνη». ῾Η ευχή του εξεπληρώθη μετά ταύτα. ῾Η ᾿Αννα εζήτησε ν᾿ ακούση λόγον σωτηρίας κατά την δύναμί της ο όσιος· «῾Οσο κανείς είναι δούλος των παθών δεν λογίζεται δούλος του Θεού».
Την εδίδαξε περί ελεημοσύνης καί «όποιος είναι αμελής εις τα μικρά, πίστευε ότι είναι αμελής και εις τα μεγάλα, προφυλάττου από τα μικρά αμαρτήματα και με την χάριν του Θεού δεν πίπτεις εις τα μεγάλα». Ευλογήσας αυτήν και τα τέκνα της, απήλθε, αφού η ᾿Αννα τον όρκισε να λάβη χρήματα, τα οποία έδωκε ελεημοσύνες. ῏Ηλθε ποτέ να ιδή τα ολίγα αμπέλια του και τους εργάτες που ηργάζοντο εκεί. ᾿Ιδών από μακρόθεν ότι δεν εργάζονται, εκάθισε κι᾿ αυτός τρείς ώρες.
Ο λογισμός του, έλεγε να τους ελέγξη διατί αναπαύονται, ο όσιος εμέμφετο εαυτώ λέγων· «᾿Εάν πιστεύης ότι ο Θεός έχει την πρόνοιά σου διατί φροντίζεις εσύ; ῾Ενός εστί χρεία!! Και σύ φροντίζεις πως θα καρποφορήση το αμπέλι σου και δεν φροντίζεις την άκαρπη ψυχή σου τρισάθλιε;» ῾Ο άδελφός του Μιχαήλ έγινε μοναχός εις ῾Ρώμη ωνομάσθη Ματθαίος, έκτισε μονή και συνήθροισε μοναχούς.
Συχνά έρχετο εις ῾Ρώμη εις μονή αυτή.. μέτ᾿ ολίγον έγινε μοναχός μετονομασθείς από Κυριακός, Κύριλλος, έκτισε κελλί κοντά εις μονή αδελφού του και ησύχαζε, μόνο Σάββατο=Κυριακή και εορτάς ήρχετο εις την Θ. Λειτουργία. Τρία έτη έμεινε τελείως έγκλειστος εις ουδένα ωμίλησε πλήν του διακονητού, εργόχειρο έπλεκε επανω καλύμματα μάλλινα.
Εδωσε εις ένα έμπορον το εργόχειρό του, να τα πωλήση και να του φέρη σίτον, εκείνος λησμόνησε, επέστρεψε και του ζητούσε συγχώρησι, ο όσιος του είπε· «ο Θεός επέτρεψε να γίνη αυτό».. είδε εις όραμα άνδρα λαμπρόν να του λέγη· «διατί έδωκες εις τον δείνα και όχι εις εμέ διά να σε τρέφω άνευ κόπου;» ᾿Από τότε ο άγιος έδιδε δωρεάν εις τους πτωχούς λέγων· «δώσε διά να λάβης», άλλοτε άφηνε έξω από τη μονή διά να πάρη όποιος έχει ανάγκη.
Είχε αποστηθίση το μισό ψαλτήρι, το έδωσε το ψαλτήρι σε κάποιον που το ήθελε πτωχόν. Την νύκτα έψαλλε το μισό ψαλτήρι απέξω και έκαμε και 500 μετάνοιες, όταν εκοιμήθη είδε ένα λαμπρό νεανία να τον ξυπνά και να του λέγη «γιατί δεν ψέλνεις;» ο όσιος του απήντησε «όσους ψαλμούς γνωρίζω τους είπα»!!. ῾Ο φανείς τον εδίδαξε και το υπόλοιπο ψαλτήρι και έψαλλον (ανέγνωσαν) το ψαλτήρι όλο δύο φοράς.
Από τότε εγνώριζε (έμαθε θαυματουργικά) όλο και το ερμήνευε εις τους μοναχούς. Τον επεσκέφθη ο υιός του 19 ετών να τον ιδή. ῾Ο όσιος του είπε «άν θα μείνης μοναχός θα με ιδής, αλλοιώς όχι» ῾Ο υιός τον ηρώτησε εάν έλθη η μητέρα του και η αδελφή του θα τους ιδή; ο όσιος· «Ναί, έξω από τη θύρα της μονής». ᾿Εφώναξε αυτές , διά να τον δοκιμάση, αλλά δεν εξήλθε, λέγοντας ότι προτιμώ να είμαι με τον Χριστόν και όχι μαζί σας.
Ο υιός του έμεινε μοναχός.. σε 40 ημέρες έγινε η κουρά του και αφού αρρώστησε ανεπαύθη εν Κυρίω, έχοντας σύνολον 18 μήνας εις το σχήμα. Λόγω πολέμου επήγε εις μονή εις την Μαύρη θάλασσα και ησύχαζε εις κελλί εγγύς μονής. Κάποτε ο ηγούμενος τον ήλεγξε φθόνω κινούμενος, ο άγιος αταράχως αυτομεμφόμενος εδέχθη τις επιτιμήσεις. Ευλογώντας το ύδωρ της πηγής του, έδιδε εις ασθενείς και εθεραπαύθησαν.
Ενας μοναχός του εξομολογήθη· «῎Ημουν εις το κελλί μου, λυπούμενος διά τας αμαρτίας μου, ξαφνικά μού ήλθον πολλά δάκρυα και δύο ημερόνυχτα δεν επεθύμησα να φάγω.. εθερμάνθη πολύ η καρδιά μου και εθρηνούσα πικρώς αλλά και με γλυκύτητα μαζί. Τότε είπα εις τον φύλακα άγγελό μου, σε ορκίζω εις Θεόν, φύλαξόν με με περισσοτέρα επιμέλεια διότι κινδυνεύω να χαθώ, επειδή ματαίως έζησαν και εσύ ματαίως με φυλάττεις».
Μέτ᾿ ολίγον ωσάν να κοιμήθηκα, είδα λευκό χέρι και με ερράπισε εις το δεξιό μάγουλο,... το πρόσωπό μου ευωδίαζε μία εβδομάδα και δεν ήθελα να φάγω τίποτε, εκ δαιμόνων είναι η εκ Θεού;» ῾Ο όσιος μετά από σύντομη προσευχή απήντησε ότι είναι εκ Θεού διότι αι δαιμονικαί αλλοιώσεις δεν έχουν ειρήνη.
Μια φορά μετά την ώρα προσευχής, ευωσίασε ο τόπος και μία αγγελική φωνή έψαλλε «Διελευσόμεθα εν τόπω σκηνής θαυμαστής» (Ψαλμ.). Μέτ᾿ ολίγον διεπίστωσε ότι ένας ασθενής μοναχός εξεψύχησε. Προγνώρισε τη νίκη ᾿Αλεξίου Κομνηνού κατά Νορμανδών εις την Σικελία. Συνέβη μία φιλονικεία μεταξύ ηγουμένου και μοναχών. ῾Ο όσιος τους ειρήνευσε λέγοντας ότι όποιος δεν έχει τον εαυτό του αμαρτωλό ζητεί δικαιώματα η κατακρίνει άλλους και ο απειθής και αντιλέγων συμφιλιούται με τον διάβολον.
Ενας μοναχός του είπε· «ο γιατρός είπε πρέπει να τρώγω πρωϊ-πρωϊ σύκα» ο όσιος του είπε διά τον αληθινό ιατρό ΚΗΙΧ. - Σήμερα Παρασκευή τι εφάγατε; - ο μοναχός, ῾Αγιοζώμιον (δηλ. Κρεμμύδια βραστά με μυρωδικά). -Στενάξας ο όσιος είπε· «᾿Αλλοίμονό μας, δεν είναι αυτό αγιοζώμιο αλλά γαστριμαργοζώμιο, ενθυμείσαι εις το Γεροντικό τον ᾿Αββά που έτρωγε ύδωρ άλας και παξιμάδι εις την Σκήτη και επετιμήθη διότι τρώγει ζωμόν;
Να μη το ονομάζετε εις το εξής αγιοζώμιο διότι υβρίζετε τους πατέρας. Το πλήθος φαγητών γεννά πονηρούς λογισμούς και αισχρά ενύπνια. ῾Ο όσιος φορούσε σανδάλια μόνο τον χειμώνα, ήτο μονοχίτων και δεν επλένετο, εκοιμάτο εις το δεξί πλευρό η καθήμενος, στρώμα είχε ένα ψαθίον και σκέπασμα ένα δέρμα άρκτου. ᾿Επί 50 συνεχή έτη δεν έφαγε εψημένο φαγητό, ούτε οίνο η σταφυλάς. Συνήθιζε να Τρώγη κυδώνια.
᾿Ελεγε· Τας Δεσποτικάς εορτάς δεν καταλύω διότι είμαι ασθενής και μετά δεν μπορώ να συγκρατηθώ. Εις τόν ύπνον έλεγε· «ελθέ δούλε κακέ». ᾿Από όταν έγινε μοναχός δεν παρήλθε ημέρα χωρίς δάκρυα και 18 χρόνια (έλεγε) έχω που όποτε θελήσω κλαίω.
῞Οταν κανείς κάτι το αποκτά χωρίς κόπο, δεν το αγαπά με πόθο και διά τούτο το καταφρονεί, επειδή νομίζει ότι εύκολα το αποκτά. Κάποιος μαθητής του ιερεύς του είπε πως μία φορά ακούοντας εξομολογήσεις εγλυκάνθη η καρδία του και το σώμα εθερμάνθη εκ του πειρασμού, κιά έβαλε κάρβουνα εις τους μηρού του και εκάηκε.
Ο όσιος· Με την κακοπάθεια θεραπεύεται ο Θεός και ότι με τα ΔΑΚΡΥΑ ανταποδίδεται το φιλάνθρωπον. ᾿Ολίγη θλίψις διά τον Θεόν είναι καλύτερη από μεγάλο έργο χωρίς θλίψι. Πρίν το φαγητό του έλεγε τους χαιρετισμούς εις την Παναγία μας και Τίμιον Σταυρόν και έκαμε μετανοίας. Ευσεβής έλεγε δεν είναι ο ελεών πολλούς αλλά ο μη αδικών ουδένα και όποιος δεν τιμωρεί τους κακούς αδικεί τους καλούς.
Λυχνάρι δεν εχρησιμοποιούσε ποτέ, έλεγε ότι ο λύχνος είναι σημείον εχόντων φωτεινήν ζωήν, εγώ έπραξα και πράττω έργα άξια σκότους διά τούτο κάθομαι εις το σκότος και κλαίω τας αμαρτίας μου. Τον επεσκέφθη ο βασιλεύς ᾿Αλέξιος Κομνηνός με όλη την οικογένειά του. ῾Ο όσιος είπε· «᾿Εφθασε εις τα βασίλεια η υπόκρισις των λόγων μου και των έργων μου; ᾿Εσύ μέν διά την κατά Θεόν ταπείνωσί σου, τιμάς εμέ τον ανάξιον εγώ ο ελεεινός τι θα απολογηθώ και τι θα ανταποδώσω εις εσέ διά τον τόσον κόπον όπου έλαβες και ήλθες;»
Ο βασιλεύς ηρώτησε τί να κάμη διότι δεν έχει μνήμη Θεού με τις φροντίδες που έχει και εζήτησε τας ευχάς του. ῾Ο όσιος του είπε· «Δεν είναι δυνατόν να γίνουν όλοι απαθείς, όμως δύνανται όλοι να σωθούν και να φιλιωθούν με τον Θεόν (῞Αγ.Κλίμακας) καί «ο εν των κόσμω κατορθώσας ολίγα καλά υπερέβη τον ευρισκόμενον εις ελευθερία και δεν κατόρθωσε όλα τα καλά» (῞Αγ. Γρηγόριος Θεολόγος) και ότι η ῾Ραάβ η πόρνη εδικαιώθη με την φιλοξενία.
Μνήμη θεού είναι πόνος καρδίας υπέρ ευσεβείας γενόμενος και αληθής βασιλεύς είναι αυτός που εξουσιάζει τα πάθη του. ᾿Ερωτήσας ο βασιλεύς τίνος είναι η μονή ο όσιος είπε· «῾Η εκκλησία ήτο από προγόνους ημών, ο αδελφός μού με ιδίους κόπους συνέστησε αυτήν». ῾Ο βασιλεύς με χρυσόβουλον εδώρισε τον τόπον εις την μονήν. ῾Ο ᾿Αλέξιος ήτο φιλομόναχος, εζήτει τας ευχάς των και ωμίλει με αυτούς όρθιος με σταυρωμένας χείρας εις το στήθος.
Συχνά έλεγε· «Κάθε αγαθό το οποίο μού εχάρισε ο Θεός, πιστεύω ότι διά των ευχών των Γερόντων εγένετο και την πίστιν μου την οποίαν έχω εις αυτούς». ῎Αφησε ο βασιλεύς 5 λίτρας χρυσού, αλλά οι μοναχοί τα εμοίρασαν εις πτωχούς μαζί με άλλα αντικείμενα της μονής λέγοντες· «Μήπως μας δοκιμάζει ο Θεός!» Μετά από ημέρας κάποιοι μοναχοί είπον· «Που είναι αββά τα εκατονταπλασίονα; ᾿Ιδού διεμοιράσαμε όλα!» Είπε ο όσιος, νουθετών, να μη ομιλούν ως άφρονες, αλλά να ελπίζουν εις Θεόν.
Μεθ᾿ ημέρας ο στρατηγός Γεώργιος Παλαιολόγος τους έδωκε πολύ ελεημοσύνη. ῾Ο άγιος τους εκάλεσε λέγων· «᾿Ιδέτε ολιγόπιστοι εις τί εδιστάσατε; Λάβετε γήϊνη τα της γης διά τας ανάγκας σας και τα λοιπά δώστε ελεημοσύνη ίνα εύρετε έλεος!» 96 ετών ησθένησε. 60 έτη με άρτο και χόρτα!.. ο βασιλεύς τον επεσκέφθη, η βασίλισσα του έδωσε με τα ίδια της τα χέρια να φάγη βασιλικά φαγητά. ᾿Ερώτησε ο βασιλεύς εάν πρέπει να πολεμήση τούς ᾿Αγαρηνούς, ο όσιος προσευχηθείς ολίγο του απήντησε· «Τώρα δεν είναι καιρός κατάλληλος, αργότερα θα ευδοκήση ο Θεός».
Αργότερα το 1097 τούς ενίκησε. ῾Ο βασιλεύς διέταξε και έκτισαν εκ θεμελίων νέα εκκλησία διότι ήτο παλαιά. ῾Ο όσιος προσέφερε ένα πρόβατο εις τους κτίστας, ένας εξ αυτών εγόγγυζε και δεν έτρωγε διότι ήταν αδύνατο, οι άλλοι του είπαν να μη αποστρέφεται την ευλογία του αγίου, ο αχάριστος ούτος έπεσε κάτω δαιμονιζόμενος και το πρόσωπό του εστράφη εις τα οπίσω. ῾Ο όσιος ευλογήσας ύδωρ τον εθεράπευσε.
Από 93 ετών έως 99 σχεδόν ήτο κατάκοιτος από εξάντλησι. Συχνά ήρχετο ο ᾿Ιωάννης Σεβαστός και συνομίλει πνευματικά (ήτο ανηψιός του βασιλέως). Του έδειξε ο δαίμων φαντασία ότι δήθεν ήλθε ο Σεβαστός και ο ιερεύς έστησε αγία Τράπεζα, αντιμήνσιο..κλπ καί ελειτουργούσε. Δεν άκουε ο όσιος καθαρά το Ευαγγέλιο και ᾿Απόστολο παρά μόνο τας αποκρίσεις «ΑΜΗΝ», Κύριε ελέησον...κλπ. Είδε ο όσιος ότι εκοινώνησαν οι ελθόντες και ο Σεβαστός.
Ο όσιος δεν εκοινώνησε, ως ανάξιος και έλεγε καθ᾿ εαυτόν εάν είναι θέλημά Σου Κύριε να κοινωνήσω άς μου το ειπή ο Σεβαστός.. Τέλος έφυγαν όλοι.. ο όσιος εφώναξε ένα μαθητή του και ερωτούσε διά την Θ.Λειτουργία κρατώντας το δισκοπότηρο. ῾Ο μαθητής του· «᾿Απώλεσας τον νού σου ᾿Αββά; αυτό που κρατάς είναι τό «ποτήριον που πίνεις»! ῾Ο όσιος δεν εγνώριζε τι πράγματι είχε συμβή.
Εφερα τον διακριτικό Γέροντα Νικόλαο Κατασκεπανό ο οποίος συνέγραψε και τον βίον του οσίου του εξήγησε για την φαντασία των δαιμόνων και ότι εάν κοινωνούσε θα έχανε τα λογικά του. ῾Ο όσιος εζήτησε συγχώρησι απ᾿ όλους. ῞Οταν εκοινώνησε το πρόσωπό του έγινε ως πύρ. Παρά το γήρας ο όσιος κρατούσε νηστείας.
᾿Από 90-92 ετών είς εορτάς έτρωγε βρασμένο φαγητό αλλά ανέλαιο, έως τα 99 έτρωγε και έλαιο και ιχθύς. 96 ετών ανεπαύθη εν Κυρίω.
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
Ως ξένος και πάροικος, των επιγείων τερπνών, ζωήν την ισάγγελον, επολιτεύσω σαφώς, Πατήρ ημών Κύριλλε· όθεν τας ουρανίους, ειληφώς αντιδόσεις, πρέσβευε θεοφόρε, τω Σωτήρι των όλων, δοθήναι τοις σε τιμώσι, χάριν και έλεος.