Άγιος Νικόλαος

Βιογραφία
Από τα Πάταρα της Λυκίας, από νήπιο εθήλαζε την Τετάρτη και Παρασκευή μία φορά την ημέρα μετά την δύσι του ηλίου. Διεκρίνετο από μικρός διά την σωφροσύνην του.
Ελθών εις ηλικίαν, εχειροτονήθη πρεσβύτερος. ῾Ο επίσκοπος Μυρέων κατά την χειροτονία του αγίου προεφήτευσε λέγων ότι θάναι παρηγορία διά τους λυπηθέντας, θα ποιμάνη καλώς το ποίμνιόν του, πεπλανημένους θα επιστρέψη προς νομάς ευσεβείας, και σωτήρ θα αναφανή εις τους κινδυνεύοντας.
Ο θείος του αγίου είχε οικοδομήσει μονή, ο άγιος εμόνασε εις αυτήν (Νέα Σιών ονομαζομένη) γενόμενος εις τους άλλους μοναχούς παράδειγμα αρετών. ᾿Αποθανόντων των γονέων του διεμοίρασε την περιουσίαν του εις πτωχούς. Κάποιος πτωχός είχε τρείς θυγατέρες ωραίες, μη έχοντας χρήματα διά να υπανδρεύση αυτή, έβαλε κατά νού να εκδίδη αυτάς εις πορνείο κι᾿ ούτω να οικονομή τα προς το ζην.
Ο άγιος κρυφά νύκτα, έρριψε χρυσά νομίσματα εις την οικία του πτωχού. ῾Ο δε λαβών χαίρων και κλαίων, ευχαρίστησε Θεόν, υπάνδρευσε την πρώτη του θυγατέρα. ῾Ο άγιος εκ δευτέρου ῥίπτει χρυσίον, ομοίως ο πτωχός υπάνδρευσε και την Δευτέρα θυγατέρα του. ᾿Ερχόμενος ο άγιος κρυφά, τρίτην φοράν, ο πτωχός ήτο άγρυπνος περιμένοντας να μάθη ποιος τον ευεργετή, ακούσας θόρυβον, τρέχει και ιδών τον άγιον Νικόλαον πίπτει εις πόδας του, ευχαριστώντας τόν ως λυτρωτή και σωτήρα. ῾Ο άγιος τον ώρκισε να μη τον φανερώση.
Ερως ησυχίας κατέλαβε τον άγιον, και αναχωρεί διά ῾Αγίους τόπους. Κατά το ταξείδι προφήτευσε τρικυμία (είδε τον διάβολον να κόβη με μαχαίρι τα ιστία και να ταράσση όλο το πλοίον). ῎Εγινε μεγάλη λαίλαπα, με την προσευχή του έπαυσε η τρικυμία. Εις ναύτης έπεσε απ᾿ το κατάρτι και έκειτο ως νεκρός, με την ευχή του ο άγιος εποίησε υγιή. ᾿Ερχόμενος εις ναό Γολγοθά αι θύρες του ναού αυτομάτως άνοιξαν και εισήλθε.
Παρέμεινε αρκετό χρόνο εις τα προσκυνήματα αγίων Τόπων, θεία νεύσει επέστρεψε πάλι εις τον τόπον του. ᾿Αποθανόντος του επισκόπου Μυρέων, συνήχθησαν οι ᾿Αρχιερείς διά εκλογή νέου επισκόπου. Θεία αγγελία τους μηνύει, ότι τον πρώτον που θα ίδουν να έρχεται εις τον ναόν να χειροτονήσουν. ᾿Ερχομένου του αγίου, κατά την ώρα του όρθρου εις ναόν, ο εντεταλμένος τον ερωτά πως ονομάζεται, ο άγιος απαντά· «Νικόλαος αμαρτωλός Δέσποτα, της αγιότητός σου δούλος».
Τον οδήγησε εις επισκόπους και φυλακίζεται, με άλλους χριστιανούς, επί αρκετόν χρόνον. ῾Ο Μέγας Κων/νός, έπευσε τους διωγμούς απεφυλακίσθη ο άγιος και συνέχισε το ποιμαντικό του έργον. Εις την πρώτην Οικουμεν. Σύνοδον, υπερμαχεί, ζήλω θείω κινούμενος, ῥαπίζει τον ᾿Αρειον, διά τούτο φυλακίζεται. Ο ΚΗΙΧ εμφανίζεται εις φυλακήν με την Παναγία μας δίδων εις αυτόν Ευαγγέλιον και η θεοτόκος ωμοφόριον.
Εγένετο λιμός εις Λυκίαν, εμφανίζεται ο άγιος σ᾿ έναν που μετέφερε με το πλοίο του σίτον, δίδει τρία χρυσά νομίσματα λέγων να φέρη τον σίτον εις τα Μύρα. ῾Ο δε αφυπνισθείς, ευρέθη βαστάζων τα νομίσματα, έφερε το εμπόρευμα όλο του σίτου εις τα μύρα. Με την προσευχή του το άγαλμα της ᾿Αρτέμιδος κατέπεσε. Οι δαίμονες έκραξαν διαμαρτυρόμενοι που να υπάγουν. ῾Ο άγιος έλεγε· «υπάγετε εις το πύρ το εξώτερον».
Εις την Φρυγίαν είχον έλθει εκ Μολδοβλαχίας οι Ταϊφάλοι και εγκατεστάθησαν εκεί. Ούτοι επαναστάτησαν κι᾿ ανεκήρυξαν ιδικό των βασιλέα. ῾Ο Μ. Κων/νός έστειλε τρείς στρατηγούς με στρατό διά να τους ειρηνεύσουν. Λόγω κακοκαιρίας εστάθμευσαν εις τα Μύρα. Οι στρατιώται έκλεπτον ήλθε ο άγιος και ήλεγξε τους τρείς στρατηγούς οι οποίοι επέβαλον τάξιν εις το στρατό.
Ο διοικητής Ευστάθιος δωροδοκηθείς κατεδίκασε τρείς συγγενείς του εις θάνατον, έτρεξε ο άγιος και μόλις επρόφθασε τον δήμιον πρίν τους αποκεφαλίση, τούς ελευθέρωσε, ελέγχοντας τον Ευστάθιο, ο οποίος έπεσε εις τα γόνατα ζητών συγχώρησι. Οι 3 στρατηγοί Νεπωτιανός, Ούρσος, ῾Ερπυλίων, ειρήνευσαν τους Ταϊφάλους, ο Μέγας Κωνσταντίνος τους ετίμησε. Κάποιοι φθονεροί εσυκοφάντησαν τους τρείς στρατηγούς διά μέσου του βασιλικού επιτρόπου ᾿Αβλαβίου ότι ετοιμάζουν τούς Ταϊφάλους διά επανάστασιν.
Ο ᾿Αβλάβιος δωροδοκηθείς εφυλάκισε τους τρείς στρατηγούς χωρίς την έγκρισι του βασιλέως. ῾Ο ᾿Αβλάβιος έπεισε με ψεύδη τον βασιλέα να υποηγράψη την θανατική καταδίκη των. ᾿Ακούσαντες οι τρείς στρατηγοί ότι αύριο θανατώνονται, όλη τη νύκτα επροσεύχοντο εις ῾Αγιον ο οποίος εφάνη εις Μ. Κων/νό και τον διλέταξε να τους ελευθερώση διότι θα δεηθή του Θεού να του αφαιρέση την ζωήν.
Ερωτών ποίος είναι ο άγιος είπε· «᾿Εγώ είμαι ο ᾿Αρχιερεύς Μυρέων Νικόλαος» ο βασιλεύς ευθύς ήλεγξε τον ᾿Αβλάβιον , ο οποίος ομολογούσε ότι είδε τον άγιον Νικόλαον να τον φοβερίζη. ῞Οταν έφερον ενώπιον βασιλέως τους στρατηγούς, είπον ότι εδέοντο εις ῾Αγιον όλη τη νύκτα, να τους σώση. Οι τρείς στρατηγοί ζήτησαν άδεια να γίνουν μοναχοί. ῾Ο Μ. Κων/νός τους έδωκε άδεια, προσφέροντας χρυσούν Ευαγγέλιο και θυμιατήριο χρυσούν και μεγάλας λαμπάδας να δώσουν εις Μύρα Λυκίας. Ναυτικοί κινδυνεύοντες επεκαλούντο τον άγιον.
Εφάνη ο άγιος κρατώντας το τιμόνι λέγων· «Μη φοβείσθε εγώ είμαι μαζί σας με ζητήσατε και ήλθα εις την βοήθειά σας». Μέτ᾿ ολίγον έγινε γαλήνη κι᾿ ο άγιος άφαντος. ᾿Εκείνοι ήλθον εις τα Μύρα, έπεσον εις τους πόδας αγίου ευχαριστούντες, ο δε ευλογήσας τους εδίδαξε ψυχωφελή. Το έτος 330 εκοιμήθη εν ειρήνη. ῞Ενα έτος ερχόμενοι χριστιανοί εις την μνήμη του, όταν απεβιβάζοντο εις το πλοίον ο δαίμων ως γραία τους έδωκε ελαιοδοχείο διά να ανάψουν την κανδήλα τού αγίου.
Ενώ έπλεον αμέριμνοι οι χριστιανοί, εφάνη ο άγιος εις τον πλοίαρχον λέγων να ῥίψη το ελαιοδοχείο εκείνο εις την θάλασσα, διότι είναι τέχνη δαίμονος να καή η εκκλησία μου, και μη φοβηθείτε, ό,τι φοβερά θα γίνουν». Πράγματι, έρριψαν το ελαιοδοχείο εις θάλασσα και εγένετο δυσωδία μεγάλη και φλόγες και τρικυμία, μετά έγινε γαλήνη. ῞Ενας χριστιανός από Κων/πολι προτού ταξιδέψει επήγε εις τον ναόν αγίου, προσευχηθείς, απεβιβάσθη του πλοίου.
Την νύκτα εξ ατυχήματος περιπλεχθείς εις τα ιστία έπεσε εις την θάλασσα. Οι ναύται λόγω σκότους και τρικυμίας δεν ηδύναντο να βοηθήσουν. ῾Ο δε κράξας· «῾Αγιε Νικόλαε βοήθει μοί» ευρέθη εις την οικίαν του. Χωρίς να το αντιληφθή συνέχισε να φωνάζη. Οι οικείοι του έτρεξαν και είδον το θαύμα. ᾿Από τα ενδύματά του έτρεχε θαλάσσιο ύδωρ.
Εδιηγήθηκε το συμβάν και όλοι εδόξαζον τον Θεόν, κι᾿ ο βασιλεύς μαθών, τον εκάλεσε και έμαθε το θαυμάσιο τρόπο διασώσεώς του. ῾Ο λαός βοώντας το· «Μέγας ει Κύριε και θαυμαστά τα έργα Σου και ουδείς λόγος εξαρκέσει προς ύμνον των θαυμασίων σου» εποίησε λιτανεία και αγρυπνία. ῾Ο άγιος εγεννήθη το 275 μ.Χ. την ημέρα των Χριστουγέννων εκ γονέων Θεοφάνους και Νόννας.
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Κανόνα πίστεως καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας Διδάσκαλον, ἀνέδειξέ σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Νικόλαε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.