Άγιοι Θύρσος, Λεύκιος, Καλλίνικος, Απολλώνιος, Αρριανός και 4 Πρακτόρων (=σωματοφυλάκων)

Βιογραφία
Ηθλησαν επί δεκίου εις την Νικομλήδεια, εις τον ηγεμόνα Κουμβρίκιο. ῾Ο Λεύκιος ξέεται και αποκεφαλίζεται. ῾Ο Θύρσος δέρρεται συντρίβουν τους αστραγάλους, κεντούν με βελόνας τους οφθαλμούς του, χύνουν βραστό μολύβι εις το στόμα του, διεφυλάχθη αβλαβής. Με την προσευχή του κρημνίζονται τα είδωλα.
Οταν κατακέφαλα βάλλεται εις αγγείο ύδατος το οποίον ερράγη. Τον ῥίπτουν από ύψος εις σουβλερά καρφιά και σίδηρα αλλά θεία δυνάμει σώζεται. ῾Ο Θύρσος κλείεται εις σακκον και ῥίπτεται εις την θάλασσα διά να πνιγή. ᾿Αγγελος τον σώζει. Με την ευχή του συντρίβει τα είδωλα. Τα θηρία δεν τον κατασπαράζουν, δέρρεται...υπομένει..ελκύει εις την πίστιν τον ιερέα των ειδώλων Καλλίνικον.. όστις προσευχηθείς εις ΚΗΙΧ έπεσον τα είδωλα και συνετρίβησαν.
Τέλος αποκεφαλίζεται. ᾿Ενώ οι δήμιοι θέλουν να πριονίσουν τον Θύρσον το πριόνι μένει ακίνητον. Φωνή Ουράνιος ηκούσθη προσκαλούσα τον άγιον εις τον ουρανόν, και ο μάρτυς παρέδωκε την ψυχή του. ῾Ο ᾿Απολλώνιος εμαρτύρησε εις τον διωγμό του Διοκλητιανού, ήτο αναγνώστης εις την ᾿Αντινόην Θηβαίδος.
Επειδή εδειλίασε εις τα μαρτύρια έδωκε χρήματα και τα ενδύματά του εις τον Φιλήμονα ο οποίος έπαιζε συραύλιον να ενδυθή τα ιμάτιά του και αντί αυτού να θυσιάση εις τα είδωλα. ῾Ο Φιλήμων ενδυθείς τα ιμάτια του ᾿Απολλωνίου επίστευσε και ομολογεί Χριστόν. ῾Ο άρχων ονείδιζε αυτόν ότι είναι αβάπτιστος και αδίκως ονομάζεται χριστιανός, προσευχηθείς ο Φιλήμων έβρεξε βροχή μόνο επάνω εις αυτόν και εγένετο αυτό θείο βάπτισμα και αιτούμενος από τον Κύριον να αφανισθούν τα συραύλια (τά μουσικά όργανα που έπαιζε).
Τότε, έπεσε πύρ ουράνιο και κατέκαυσε αυτά εις τα χέρια του ᾿Απολλωνίου. Κόπτουν τα νεύρα ποδός του και τον σύρουν εις την πόλιν. Τοξεύουν τον Φιλήμονα αλλά τα βέλη δεν τον κτυπούν, ένα βέλος ετύφλωσε τον άρχοντα. (῾Ο Φιλήμων του προφήτευσε ότι θα θεραπευθή αν λάβη χώμα από τον τάφο του -πράγματι λαβών χώμα εθεραπεύθη και επίστευσε μαζί με τους 4 σωματοφύλακας.
Ο Διοκλητιανός διέταξε και τον έδεσαν και τον κατέχωσαν εις ένα λάκκον, και έστησε τον θρόνο του επάνω του λάκκου λέγων, «άς έλθη ο Θεός του ᾿Αρριανού να το εκβάλλη εκ του λάκκου».
᾿Επιστρέφων ο βασιλεύς εις τα ανάκτορα βλέπει τον ᾿Αρριανό έμπροσθέν του, εξηπλωμένον επί της κλίνης του και τα σίδηρα με την πέτραν που είχαν δέσει το μάρτυρα κρεμασμένα εις το βασιλικό κρεββάτι. «᾿Εγώ είμαι -τού λέγει- ο ᾿Αρριανός που έβαλες εις το χάσμα..». ῾Ο βασιλεύς έμεινε άφωνος από έκπληξι. Διέταξε και τους έβαλαν εις σάκκους με άμμο και έρριψαν εις την θάλασσα. ῞Ενα δελφίνι μετέφερε τα άγια λείψανά των εις την ακτή ᾿Αλεξανδρείας.
Οι χριστιανοί τα παρέλαβαν και τα ενεταφίασαν εις πόλιν ᾿Αντινόεια Αιγύπτου καθώς εκέλευσε ουράνιος φωνή.
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ'. Τὴν ὡραιότητα.
Tὴν ἑξαστέλεχον μαρτύρων φάλαγγα, ᾀσμάτων ἄνθεσιν ἀνευφημήσωμεν, ὡς καθαιρέτας τοῦ ἐχθροῦ καὶ στύλους τῆς εὐσεβείας· Θύρσον καὶ Φιλήμονα καὶ στερρὸν Ἀπολλώνιον, Ἀρριανόν Καλλίνικον καὶ τὸν ἔνδοξον Λεύκιον· αὐτοὶ γὰρ οὐρανίων χαρίτων κόσμῳ πυρσεύουσι τὴν αἴγλην.