Όσιος Θεοδόσιος ο νέος (+862 μ.Χ)

Βιογραφία
Ήτο από ᾿Αθήνα. ῎Εγινε μοναχός εις γέροντά τινα, μετά ήλθε εις περιοχή ῎Αργους Πελοποννήσου ασκητεύων. Του εφάνη ο Τίμιος Πρόδρομος και του είπε να κτίση ναόν (καί σήμερον σώζεται ο Ναός)· απέκτησε μαθητάς μοναχούς, εσυκοφαντήθη, ο επίσκοπος ῎Αργους ήθελε να τον εξορίση, εφάνη καθ᾿ ύπνον εις τον Πατριάρχη λέγων να είπη του επισκόπου να μη κινήται αδίκως και παροργίζει τον Θεόν.
Εις τον επίσκοπο ο όσιος ελθών εθυμίασε θέτων ανημμένους άνθρακας εις κουκούλιόν του (τό οποίον δεν εκάηκε!!). Τον εχειροτόνησε διάκονο και πρεσβύτερο, αγγελικώς διάγων, πλείστα θαύματα επετέλεσε, προείδε τον θάνατό του, εκοιμήθη ειρηνικά. Τούρκοι ήλθον εις Ναό του ῾Αγίου, έλαβον ένα κανδήλι (τό γυαλί) διά να πίνη ο Τούρκος αυθέντης κρασί λέγοντες· «τί δύναται ένας νεκρός καλόγηρος να κάμη»;
Την νύκτα εφάνη ο όσιος τον εκτύπησε με την ῥάβδο του εις στήθος λέγων ότι οι δούλοι του Χριστού ζούν και δύνανται να τόν θανατώσουν, νομίζει ότι είναι αυθέντης όμως είναι νεκρός εις την ψυχήν... του έσφιξε τον λαιμόν και εμελάνιασε το πρόσωπόν του, από τας φωνάς ήλθον οι δικοί του και απέστειλε το κανδήλι με κεριά και έλαιον ζητών συγχώρησιν. Τόσον εφοβήθη ώστε νύκτα τα έφερε....
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς δόσιν θεόδεκτον, τὴν καθαράν σου ζωήν, Θεῶ καθιέρωσας, τῷ ἰαμάτων πηγήν, τὸν τάφον σου δείξαντι, σὺ γὰρ διὰ ἐγκράτειας, καθαρθεῖς τῶν προσύλων, ἔλαμψας ἐν τῷ κόσμῳ, δι' ἀσκήσεως πόνων διὸ σὲ Θεοδόσιε, ἐν ὕμνοις γεραίρομεν.