Όσιος Μωυσής ο Αιθίοπας

Βιογραφία
Ητο δούλος, έπειτα έγινε ληστής. Μετά από πολλά εγκλήματα μετενόησε κι᾿ έγινε μοναχός. Ευχομένου εις Θεόν αν πρέπη να ασκητεύση εις απομακρυσμένην καλύβη ήκουσε θεία φωνή να υπάγη και να μη φροντίζη διά το ύδωρ. ᾿Ελθών εις καλύβη έβρεξε τοσούτο ώστε εγέμισε τας υδρίας του ύδωρ. Μία φορά ήλθον 4 κλέπται να τον ληστεύσουν, τους συνέλαβε, έδεσε αυτούς με σχοινία και τους έφερε εις τον ναό της Σκήτης.
Οι κλέπται μετενόησαν κι᾿ έγιναν μοναχοί. ᾿Εγένετο ποτέ σύναξις των γερόντων διά να κρίνουν πταίσαντα μοναχόν, ο Μωϋσής ήλθε φορτωμένος σακκί άμμου και είπε· «Ταύτα είναι τα αμαρτήματά μου και ήλθα να κρίνω τον αδελφόν μου διά μικρό ελάττωμα και ουχί πάθος». ᾿Εχειροτόνησαν ιερέα, ο επίσκοπος του είπε· «᾿Ιδού αββά έγινες ολόλευκος» ο δέ· «Πάτερ Πατέρων, τα έξωθεν άσπρισαν η τα έσωθεν»; ῎Αλλη φορά δοκιμάζοντες αυτόν τον εξεδίωξαν από τον ναό, ως δήθεν ανάξιο αναμέσον ιερέων, ο όσιος απομακρυνθείς εμέμφετο εαυτόν λέγων· «Δεν σου τόλεγα μελανέ και ασχημόδερμε πως δεν είσαι άξιος να συνομιλής με ανθρώπους; Καλά σου έκαμαν και σε ύβρισαν».
Εζησε 75 έτη. Προγνωρίσας εκ Πνεύματος ῾Αγίου την βαρβαρική επιδρομή είπε εις μοναχούς να φύγουν διά να μη φονευθούν. Οι δε είπον· «᾿Αββά, εσύ δεν φεύγεις»; ᾿Απήντησε· «Τόσα έτη αναμένω την ημέραν ταύτην ίνα πληρωθή το ῥήμα Κυρίου το λέγον ότι πάντες οι δόντες μάχαιραν εν μαχαίρα αποθανούνται και τώρα να χάσω το στεφάνι του μαρτυρίου»; ῎Εμειναν μαζί του και άλλοι ασκηταί, είς κρυβείς είδε και περιέγραψε τα της σφαγής. ῾Ο όσιος απέκτησε 70 μαθητάς. (4ος αιών).
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῶν παθῶν καταλείψας Πάτερ τὴν Αἴγυπτον, τῶν ἀρετῶν ἐν τῷ ὄρει ἀνῆλθες πίστει θερμή, τὸν Σταυρὸν τὸν τοῦ Χριστοῦ ἄρας ἐπ' ὤμων σου, καὶ δοξασθεῖς περιφανῶς τύπος ὤφθης Μοναστῶν, Μωσῆ Πατέρων ἀκρότης, μεθ' ὧν ἀπαύστως δυσώπει ἐλεηθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α'. Τοῦ λίθου σφαγισθέντος.
Τῆς ἐρήμου πολίτης καὶ ἐν σώματι ἄγγελος, καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατὴρ ἡμῶν Μωϋσῆ· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας, καὶ τὰς ψυχὰς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.