Αγία Ελέσα (+375 μ.Χ.)
Βιογραφία
Εκ Πελλοπονήσου, γονέων ῾Ελλαδίου και Ευγενίας ήτις ήτο στείρα και ήκουσε φωνή θεία «ελέησέ σε ο Θεός», διά τούτο την ωνόμασαν ᾿Ελέησα.
Ο Πατήρ της ήτο άπιστος. ῞Οταν η ᾿Ελέσα ήτο 14 ετών απέθανε η μήτηρ της προγνωρίσασα τον Θάνατό της. 15ετής, όταν ο πατήρ αυτής απουσίαζε, έφυγε κρυφά και ήλθε με πιστάς δούλας της εις Κύθηρα. ᾿Εκεί εις νήσο Κυθήρων ανέστησε νεκρόν, ο πατήρ της ήλθε να την επιστρέψη, του απήντησε ότι δεν μένει με ασεβείς, εκείνος την έδειρε έως ότου απέθανε. ῾Ο Θεός την ανέστησε, ο ῾Ελλάδιος την κατεδίωξε, η οσία φεύγουσα εσχίσθη μία πέτρα και επέρασε απέναντι. ῾Ο πατήρ της τέλος την απεκεφάλισε. ῾Η δούλη της την ενεταφίασε, ήκουσε ύμνους αγγέλων εις τον τάφο της.
Εκεί εκτίσθη και Ναός.
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Γόνος ἅγιος, Πελοποννήσου, γέρας ἔνθεον, νήσου Κυθήρων, ἀνεδείχθης, Ἐλέσα πανεύφημε, ὑπὲρ Χριστοῦ γὰρ νομίμως ἀθλήσασα, χειρὶ πατρῷα ἐτμήθης τὴν κάραν σου, Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ στείρας ἐβλάστησας, καθάπερ ἄνθος τερπνόν, πατρὸς δὲ μισήσασα, τὴν ἀθεΐαν στερρῶς, Ἐλέσα πανένδοξε, ἔλαμψας ἐν τῇ νήσῳ τῶν Κυθήρων ὁσίως, ἤθλησας δὲ ἐν ταύτῃ, καὶ λαμπρῶς ἐδοξάσθης· καὶ νῦν ἀναπηγάζεις, τὰ θεῖα δωρήματα.
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α΄.
Ὡς ὁ προφήτης ἐκ στείρας, Ἐλέσα, βλαστήσασα, καὶ τῆς ἐρήμου ὡς οὗτος οἰκήτειρα γέγονας. Λιποῦσα γὰρ δόξας τιμάς τε ἐν γῇ, λαμπαδηφόρος ἐχώρεις πρὸς τὰ οὐράνια. Θαυματουργούσης δὲ ὄρη πορείαν σοὶ ἐσκεύαζον, τὴν κεφαλὴν τμηθείση ὑπ’ αὐτοῦ τοῦ γεννήτορος. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ δωρησαμένῳ σὲ ἡμῖν προστάτιν ἀκοίμητον.