Όσιος Θεόδωρος
Βιογραφία
Εκ του χωρίου Συκεών Γαλατίας, η μήτηρ του Μαρία εκοιμήθη με ένα ταχυδρόμο βασιλικό, τον Κοσμά, την νύκτα που ημάρτησε και συνέλαβε, είδε ότι ένα φωτεινό άστρο εισήλθε εις κοιλία της. Τούτο εδήλωνε την μέλλουσα αρετή του παιδίου. ῞Οταν έγινε 6 ετών ηθέλησε η μήτηρ του να τον στείλλη εις Κων/πολι διά σχολείο.
Της εφάνη εις ύπνο της ο ῞Αγ.Γεώργιος λέγων· «Τι απόφασι πήρες για το παιδί; Μη κοπιάς εις μάτην. ῾Ο γάρ βασιλεύς των Ουρανών χρείαν αυτού έχει». Μία ημέρα η μητέρα του τον έδειρε και τον έδεσε εις το κραββάτι διά να μη πηγαίνη εις το εξωκλήσι του ῞Αγ.Γεωργίου και αγρυπνεί. ῾Ο ῞Αγ.Γεώργιος πάλι εμφανισθείς την απείλησε να μη εμποδίζη τον Θεόδωρο να πηγαίνη εις ναό του. ᾿Εκείνη ωρκίστηκε να μη το επαναλάβη.
Κάποια νύκτα ο μικρός αγρυπνούσε εις το ναό ῾Αγίου Γεμέλου (+10 Δέκ.) βλέπει ότι είχε παρουσιαστεί εις βασιλέα με τιμητική φρουρά, ενώ κοντά του μία πορφυροντυμένη γυναίκα του είπε· «᾿Αγωνίζου Θεόδωρε, για να λάβης τέλειο το μισθό εις την Ουράνιο στρατιά. ῞Ομως και εις την γη θα σε τιμήσω και θα σε δοξάσω ενώπιον των ανθρώπων.
12 ετής άρχισε να μάθη το ψαλτήριο όλο. Με δυσκολία έμαθε μέχρι 16ο ψαλμό, τον 17 δεν ηδύνατο να αποστηθίση.. έπεσε γονατιστός με το πρόσωπο κατά γης προσευχόμενος. Μία θεία γλυκύτης εισήλθε εις ψυχή του και από αυτή την στιγμή εύκολα απεστήθιζε. Σύντομα έμαθε όλο το ΨΑΛΤΗΡΙΟν. ῞Οπου υπήρχε άνθρωπος φιλόθεος και θεοτοκόφιλος έτρεχε πλησίον του. ᾿Επήγε μία ημέρα εις τον ασκητή Γλυκέριο να τον ευλογήση και να του ειπή ότι θέλει να γίνη μοναχός.
Ητο περίοδος ανομβρίας γονάτισαν προσευχόμενοι για να βρέξη και να μάθουν εάν συμπεριλαμβάνωνται εις εκλεκτούς Θεού. ᾿Ενώ προσηύχοντο άρχισε η βροχή. ῾Ο Γλευκέριος είπε· «᾿Από τώρα παιδί μου, όσα θα ζητήσης απά τον Κύριον θα σου δοθούν. ᾿Εκπλήρωσε τον πόθο σου και ο Θεός θάναι μαζί σου». 14 ετών ανεχώρησε από οικία του και έμεινε εις το προσκύνημα. ῾Η μητέρα του -έζη πλέον με σωφροσύνη- του έφερνε φαγητό.
Ο Θεόδωρος τάδινε εις πτωχούς μόνο ψωμί έτρωγε. ῎Εσκαψε σπήλαιο υπόγειο κάτω από το ῞Αγιο Βήμα του ναού και ηγωνίζετο. Κάποτε αρρώστησε απά το κρύο, ο ῞Αγ.Γεώργιος τον εθεράπευσε. Χρίοντας με έλαιο ένα δαιμονιζόμενο εθεραπεύθη.
Δύο χρόνια έμεινε κρυμμένος εις σπήλαιο εις το όρος, μόνο είς διάκονος εγνώριζε και του έφερνε τροφή. ῾Η μητέρα του και γιαγιά του τον εύρον και μετέφερον εις το προσκύνημα του ῞Αγ.Γεωργίου. ᾿Ελθών ο επίσκοπος τον εχειροτόνησε. Του είπε· «῾Ο Θεός σε ηξίωσε να δεχθής τις βαθμίδες του κλήρου μία μετά την άλλη για να ιερουργής προς οικοδομήν των ερχομένων εις το προσκύνημα, έλαβες 4 τάλαντα είθε να σου χαρίση και το πέμπτον μαζί με τον διπλασιασμό των κατορθωμάτων σού». ῏Ητο τότε 18 ετών.
Επήγε προσκύνημα εις ῞Αγ.Τόπους εις μονή Χαζεβά έλαβε το μέγα σχήμα και επέστρεψε. Την αδελφή του Βλάττα 12 ετών ωδήγησε εις τήν εγγύς γυναικεία μονή.
Εγινε μοναχή και εις 3 έτη ανεπαύθη. ῾Ο Θεόδωρος την εκήδευσε χαίρων. Την γιαγιά του έστειλε μοναχή εις Μονή άγ.Χριστοφόρου. ῎Ηρχοντο και εγένοντο μοναχοί εις την συνοδεία του. Εις τον τόπο Ζουνβούλιο είχε εξουσία ο διάβολος, ουδείς επλησίαζε.
Εμεινε ο όσιος εις το σπήλαιο εκεί μία Τεσσαρακοστή και εξεδίωξε τους δαίμονας. Παρήγγειλε εις έναν σιδηρουργό ένα σηδηρένιο κλουβί. Οι χωρικοί έκαμαν ένα όμοιο ξύλινο κουτί το έθεσαν εις ναό ᾿Ιωάν. Προδρόμου, παρεκάλεσαν τον όσιο και έμεινε έγκλειστος εις αυτό από τα Χριστούγεννα έως Βαϊων. ῎Ετρωγε φρούτα και χόρτα τα Σαββατοκύριακα. Μία αρκούδα τρία χρόνια ήρχετο και της έδιδε ψωμί με το χέρι του.
Ενα λεπρό χρίοντάς τον με αγιασμό ευεράπευσε τελείως. ῾Η γιαγιά του ᾿Ελπίδα έγινε ηγουμένη της μονής, ήλθε να αποχαιρετήση τον Θεόδωρο, έβλεπε ότι εγγίζει ο θάνατός της. Της εφάνη ο ῞Αγ.Γεώργιος λέγων· «῞Οταν ψάλλετε να λέτε και την προσευχή των 3 παίδων εκ καμίνω. ᾿Αξιώθηκε μεγάλη χάρι να ιδής τον έγγονό σου σε τέτοια πνευματική κατάστασι, από τώρα θα ζήσης χωρίς μέριμνες.
Χρωστάς σε μένα ευγνωμοσύνη γιατί έχω γίνει βοηθός του, ολόκληρη όμως την ευγνωμοσύνη οφείλεις εις ΚΗΙΧ». Σύντομα η ᾿Ελπίδα εκοιμήθη ειρηνικά. ῞Οταν απέθανε η μητέρα του μία εβδομάδα ολόκληρη νήστις προσηύχετο, δεν έλαβε τίποτε από περιουσία της. Οι δαίμονες ωρύοντο κράζοντες· «Σιδηροφάγε...« ο μάγος Θεόδοτος έβαλε δηλητήριο εις ψάρι.
Ο όσιος το έφαγε αλλά δέν έπαθε. ῾Ο μάγος εζήτησε την βοήθειά του και ο Θεόδωρος του είπε· «Να εξομολογηθής, να κάψης τα μαγικά σου βιβλία, να λύσης όποιον έδεσες και να ζης εν μετανοία». Τον εβάπτισε και εζούσε χριστιανικά.
᾿Ησθένησε βαρειά ο όσιος έγγελοι ήλθον να τον παραλάβουν, ήλθον και ῞Αγιοι ᾿Ανάργυροι και τον ηρώτησαν γιατί κλαίει. Τους είπε· «Είμαι αμετανόητος αλλά και για το μικρό ποίμνιό μου που χρειάζεται επιμέλεια αγωνιώ». Του είπαν οι ῞Αγ.᾿Ανάργυροι· «Να παρακαλέσωμε τον Κύριο να παρατείνη τη ζωή σου; -ο όσιος· «᾿Εάν κάνετε αυτό θα κερδίσετε το μισθό εργασίας και μετανοίας μου». Οι άγ.᾿Ανάργυροι είπον εις αγγέλους να περιμένουν.
Επέστρεψαν μά ένα ενδοξότερο άγγελο ο οποίος είπε εις αγγέλους· «᾿Απομακρυνθήτε, ο Κύριος παρατείνει τη ζωή τούά. Οι άγγελοι ανελήφθησαν. Οι ῞Αγ.᾿Ανάργυροι είπον· «Φρόντιζε τον εαυτόν σου και το ποίμνιό σου, ο Θεός σου χάρισε να ζής και να εργάζεσαι την μένουσα βρώσιν» και έγινα άφαντοι. ῾Ο όσιος πολλά θαύματα ετέλεσε, πολλοί εμόνασαν μαζί του, έκτισε πολλούς ναούς.
Οταν έφεραν αργυρά σκεύη διά το ναό, ευχηθείς ο όσιος εμαύρισαν. Τους είπε ότι είχον κατασκευαστή από τα αργυρά μιάς πόρνης. ᾿Αρκετοί μαθηταί του, μοναχοί ήτο έγκλειστοι. ῾Ο μαθητής του ᾿Αρσίνος έζησε 40 έτη στυλίτης. Μετέβη εις ῞Αγ.Τόπους προσκύνημα. Εις γενομένη λιτανεία διά λύσι ανομβρίας ο όσιος έλαβε μέρος και έγινε καταρρακτώδης βροχή. ᾿Επροφήτευσε εις κόμητ Μαυρίκιο ότι θα γίνη βασιλεύς.
᾿Εβασίλευσε μετά τον Τιβέριο και πολλά δώρα έστειλε εις όσιο. ῎Εκτισε μεγαλοπρεπέστατο ναό εις ῞Αγ.Γεώργιο. Μετά τον θάνατο επισκόπου Τιμόθεου ο λαός τον παρέλαβε διά της βίας και εχειροτόνησαν επίσκοπο ᾿Αναστασιουπόλεως. ῎Εφεραν ένα άλλαλο παιδί να κοινωνήση. ῾Ο όσιος είπε· «Πές παιδί μου. ᾿Αμήν» και το παιδίον ωμιλούσε.
Με διάκονό του ᾿Ιωάννη και Μαρτίνο ήλθε Τρίτη φορά ο όσιος προσκύνημα εις ῞Αγ.Τόπους. ῎Ηθελε να μείνη εις Λαύρα ῞Αγ.Σάββα, ο άγ.Γεώργιος του εφάνη δίδων ῥάβδο και λέγων να επιστρέψη γρήγορα και θα τον ελευθερώση από τις θλίψεις και να εγκαινιάση και το ναό του επέστρεψαν. Παρήγγειλε εις ξυλουργούς να κατασκευάσουν ξύλινα κιβώτια για σίτο και τα όσπρια αλλά όσο καιρό εργάζονται να μη τρώγουν κρέας, ο ένας παρήκουσε, εκρεοφάγησε και ησθένησε.
Ο όσιος ελθών τον ενουθέτησε, ότι εζήτησε αυτό διά να φυλαχθή η αγνότης του μοναστηριακού τόπου.. τον εθεράπευσε. Τον βασιλέα Φωκά εις Κων/πολι ήλθε (κατά πρόσκλησι) και τον εθεράπευσε ήτο ασθενής κατάκοιτος. Του είπε να εύχεται ο όσιος απήντησε ότι για να ενεργή η ευχή του πρέπει να σταματήση τις σφαγές και τις αιματοχυσίες.. ο αξιωματούχος Βανούσος του βασιλέως φωκά ήλθε εις όσιο να λάβη την ευχή του, ο όσιος ηύχετο, ο Βανούσιος ίστατο όρθιος χωρίς να κλίνη την κεφαλή του, τον έπιασε από μαλλιά και τον τράβηξε να σκύψη.
Ετσι συνηθίζει η αρετή, νάχη παρρησία και να μη φοβάται την ανθρώπινη εξουσία. ῾Ο θηριώδης Βανούσος, φίλησε τότε το χέρι του και φέρνοντας το εις το στήθος που πονούσε παρεκάλεσε τον όσιο να ευχηθή. ῾Ο όσιος χτυπώντας τον με τα δάκτυλα εις το στήθος είπε· «Να ευχηθώ να ιατρευθή ο έσω άνθρωπος και τότε θα υγιάνη ο έξω.
Εάν εγώ εύχομαι και σύ δεν πράττεις τα αρεστά εις Θεόν, η προσευχή μου δεν ωφελεί, ηθέλησε να αφήση χρήματα ο όσιος ηρνείτο. Του είπε να μοιράση από ένα νόμισμα εις μοναχούς του. ῾Ο προορατικός άγιος απήντησε· «Κρατάς 50 νομίσματα, δεν αρκούν, όντως τόσα ήταν τα νομίσματα, ο Βανούσος έστειλε άλλα 50 νομίσματα.
Μία νύκτα η Παναγία μας εφάνη κατά όναρ και του έδωκε δακτυλίδι. Σε λίγες ημέρες αρρώστησε. ᾿Επί 13 ημέρες ήτο επί κλίνης σε έκστασι ούτε έφγε τίποτε.. ούτε ωμίλησε. Σηκώθηκε και είπε μόνο ότι ήτο εις άνω ῾Ιερουσαλήμ. Τα χριστούγεννα 612 μ.Χ εόρτασε και λειτούργησε.
Ο ῞Αγ.Γεώργιος εις δύο οράματα του έδειχνε ότι σύντομα αναχωρεί απά τη γή. Την Μ.Πέμπτη λειτούργησε εις γυναικεία μονή του ῞Αγ.Χριστοφόρου, το ίδιο βράδυ έπλυνε τα πόδια των μοναχών, μετά πήρε με το χέρι του νερό απά αυτό που τους έπλυνε τα πόδια και ήπιε...
Εόρτασαν το ΠΑΣΧΑ, την Κυριακή του Θωμά ενώ έψαλλον τό «Μακάριοι οι άμωμοι» (Ψαλμ.118) εκοιμήθη. Τα σίδερα απά τα πόδια του δεν έβγαιναν (τάά άνοιγαν αλλά οι κρίκοι αλυσσίδων αυτομάτως πάλι έκλειναν). Τότε ενθυμήθηκαν ότι είχε ειπή· «Αυτά θα ταφούν μαζί μου» και τάά άφησαν. ᾿Εκοιμήθη εν Κυρίω το έτος 613 μ.Χ.